Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στον Οινοχόο της Καθημερινής στις 01/12/2019.
Οι προτιμήσεις στη γεύση είναι υποκειμενικές. Ένα κλισέ που κατά την άποψή μου είναι κατά μεγάλο ποσοστό ψευδές. Μπορεί να ακούγομαι αφοριστικός αλλά αρκεί κανείς να ρίξει μια ματιά στο ράφι με τα ροζέ, τύπου Προβηγκίας, κρασιά και ακόμα κι αν δε συμφωνήσει μαζί μου, σίγουρα θα έχει δεύτερες σκέψεις.
Θεωρούμε πως η γευστική παλέτα μας και η εξέλιξή της είναι άκρως προσωπική υπόθεση. Στην πραγματικότητα είναι προϊόν του πλαισίου στο οποίο ζούμε. Πριν από μερικές δεκαετίες η μπανάνα και το μάνγκο ήταν εξωτικά φρούτα. Σήμερα είναι τυπικές επιλογές στο ράφι κάθε super market. Μέσα στην ίδια χρονική περίοδο το άρωμα του μάνγκο, του ιβίσκου, του passion fruit έγιναν μέρος της συλλογικής μας παλέτας και έτσι σήμερα σε μία δοκιμή κανένας δεν θα κατηγορηθεί για ελιτισμό αν μιλήσει για τα παραπάνω, αντίθετα θα γίνει απόλυτα κατανοητός.
Η εξέλιξη της συλλογικής μας γεύσης βέβαια δεν σταματά ποτέ αλλά προσαρμόζεται στις συνθήκες κάθε εποχής. Έτσι είναι απολύτως φυσικό στην Digital εποχή τα Digital Μέσα να παίζουν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση των καταναλωτικών συνηθειών. Η γενιά του Instagram μαθαίνει για το κρασί χωρίς να το συνδυάζει με βαριές σάλες και παραδοσιακές γευστικές δοκιμές. Με απλή, casual ή εναλλακτική προσέγγιση πολλοί οινοπαραγωγοί χτίζουν προσδοκίες στο δυνητικό κοινό τους για κρασιά αντίστοιχης ταυτότητας. Πολλά σύγχρονα αστέρια του οινικού στερεώματος έφτασαν ψηλά στην άτυπη ιεραρχία πριν καν γεμίσουν ένα ποτήρι. Εύκολα προσβάσιμες εικόνες από κάθε πλευρά του πλανήτη αναδεικνύουν trends και δίνουν ώθηση σε “φωτογενή” κρασιά και έξυπνες ετικέτες.
Προσοχή, θα ήταν λάθος να θεωρήσει κάποιος πως κερδισμένα από την συγκυρία βγαίνουν μόνο τα κρασιά που μιλούν μια νέα οινική γλώσσα. Ποτέ πριν στην ιστορία δεν υπήρξε τόσο δυνατή αποτύπωση της αναγνωσιμότητας των μεγάλων οινικών brand. Φιάλες από ιστορικά οινοποιεία και σημαντικές ονομασίες προέλευσης πλέον της χαράς που προσδίδουν στους τυχερούς που απολαμβάνουν το περιεχόμενο τους, “επιβραβεύουν” τον κάτοχο και με πόντους στο μεγάλο νόμισμα της εποχής, τα likes σε μια ανάρτησή του στα social media. Και δεν είναι καθόλου αμελητέα αυτή η πλευρά της εξίσωσης…
Η γεύση μας σήμερα είναι πιο παγκόσμια από ποτέ. Όχι μόνο λόγω της πρόσβασης που έχουμε αποκτήσει στις κουζίνες του κόσμου αλλά και λόγω των συνθηκών που επιβάλλουν στην παραγωγή καταναλωτές από κάθε γωνιά του κόσμου. Με το κρασί να αποκτά διαρκώς μεγαλύτερα ποσοστά διείσδυσης σε μη παραδοσιακές αγορές, μία ξεκάθαρη τάση που προέκυψε είναι η στροφή σε πιο φρέσκα κρασιά. Οι νέοι αυτοί καταναλωτές θέλουν να το κρασί τους σήμερα και όχι μετά από δέκα χρόνια φύλαξης σε κάποιο κελάρι.
Παγκοσμιοποίηση στο κρασί επίσης σημαίνει πως ζούμε σε στην εποχή της οικονομίας της προσδοκίας. Οι καταναλωτές πλέον απαιτούμε πληθώρα επιλογών πριν από κάθε απόφαση μας. Εκπαιδευμένοι από τις αλυσίδες μόδας που αλλάζουν κολεξιόν αρκετές φορές τον χρόνο και την άμεση παράδοση που προσφέρουν οι κολοσσοί του e-commerce, περιμένουμε διαρκώς ποια θα είναι η επόμενη μεγάλη ανακάλυψη στο οινικό στερέωμα. Φυσικά κρασιά από τη Γεωργία; Οινοποίηση σε αμφορείς; Φιάλες βυθισμένες στον πάτο της θάλασσας; Δοκιμές και πειραματισμοί οινοποιών και οινόφιλων που μόνο όριό τους είναι η φαντασία του καθενός.
Η γαστρονομία και το fine dining έχουν γίνει πλέον mainstream. Δεκάδες τηλεοπτικές παραγωγές και αμέτρητοι food bloggers, food video creators και δημοσιογράφοι γαστρονομίας απολαμβάνουν καθημερινά ένα διόλου ευκαταφρόνητο μέρος του ελεύθερου χρόνου μας. Φυσικά όλο αυτό το φαγητό πρέπει συχνά να συνδυαστεί με κάποιο αντίστοιχο κρασί αλλά σχεδόν επιτακτικά, το κρασί θα πρέπει να αναδείξει τα πιάτα του δημιουργού και επ’ ουδενί να τα ανταγωνιστεί.
Κάπου εδώ θα επιστρέψω στο αγαπημένο μου παράδειγμα, τα ροζέ κρασιά τύπου Προβηγκίας. Ίσως η μία περίπτωση που συγκεντρώνει τα περισσότερα στοιχεία που περιγράφουν τη συλλογική αλλαγή στη γεύση μας. Με το υπέροχο σωμόν χρώμα τους κεντρίζουν εύκολα την προσοχή μας και εξίσου εύκολα ένα like στην φωτογραφία τους στα social media. Εκδηλώσεις όπως τα Drink Pink Party εισήγαγαν τα κρασιά αυτά σε κοινό που δεν έπινε παραδοσιακά κρασί ενώ η λεπτή φρέσκια γεύση τους προδιαθέτει για άμεση κατανάλωση (άρα και άμεση ρευστοποίηση βλέποντας και την εμπορική πλευρά). Μερικά χρόνια πριν η Προβηγκία βρισκόταν σε σχετική ανυποληψία. Σήμερα είναι σχεδόν αδύνατο να βρεις παραγωγό που δεν έχει ένα τέτοιου τύπου κρασί στην λίστα του και προσωπικά δηλώνω ευτυχής με την εξέλιξη αυτή. Στον αντίποδα, ρωτήστε γύρω σας για “μεγάλα” βαρελάτα ερυθρά. Σίγουρα δεν απολαμβάνουν την παντοκρατορία του παρελθόντος. Τι να γίνονται άραγε εκείνα τα επιδόρπια κρασιά που κάποτε κυριαρχούσαν στις επιλογές των καταναλωτών;
Οι απαιτήσεις της αγοράς είναι πιεστικές. Στο μέλλον τα κρασιά με χαμηλότερο ποσοστό αλκοόλ θα αποκτήσουν μεγαλύτερη δημοφιλία στα πλαίσια του κινήματος υγιούς διατροφής. Ήδη οι ενδείξεις vegan στις ετικέτες έχουν αρχίσει να πληθαίνουν στο πλαίσιο του ίδιου κινήματος. Ερωτήματα όπως βιωσιμότητα και αειφορία βρίσκονται ήδη στο τραπέζι και οι επόμενες τάσεις του κρασιού θα καθαριστούν σε μεγάλο βαθμό από τις απαντήσεις που θα δώσουν οι παραγωγοί. Η συσκευασία και το ισοζύγιο CO2 κατά την παραγωγή και τη μεταφορά του κρασιού θα επηρεάσουν τα κρασί που θα φτάνει στο ποτήρι μας και κατ’ επέκταση την συλλογική και προσωπική μας παλέτα.
Οπότε είναι οι προτιμήσεις στην γεύση υποκειμενικές;
Leave a comment