Η εμπειρία μου στα Γεωργιανά κρασιά είναι σχεδόν μηδενική. Όσες φορές έτυχε να συναντήσω κάποιο σε μια λίστα, το πρώτο συναίσθημα που μου γέννησε ήταν η αμφιβολία. Θα είναι καλό; Θα είναι ποιοτικό; Θα είναι καθαρό; Τις λίγες φορές που η περιέργεια νίκησε την αμφιβολία, δοκίμασα κρασιά με ενδιαφέρον που δεν μου άλλαξαν τη ζωή.
Τα κρασιά που παράγονται σε αυτή τη γωνιά του κόσμου, έχουν καλώς ή κακώς τοποθετηθεί σε μια συγκεκριμένη κατηγορία. Στο άκουσμά τους και μόνο περιμένεις οξειδωτικά, σκληρά κρασιά, συχνά με funky αρώματα και ανατρεπτικές ετικέτες, που σου κλείνουν το μάτι ή σου σηκώνουν το μεσαίο δάχτυλο. Ανάλογα από ποια πλευρά το βλέπεις. Κρασιά δηλαδή για ένα hipster κοινό σε wine bars με αυστηρά natural λίστες. Σχεδόν σαν ένα προϊόν μόδας, που σήμερα βρίσκεται στα πάνω του και αύριο θα ξεχαστεί στη σκιά της νεότερης εξωτικής ανακάλυψης.
Με όλα αυτά κατά νου, πήρα τον δρόμο για το Lost Roots, μια Κυριακή μεσημέρι. Μια δοκιμή Γεωργιανών κρασιών από το portfolio της Μελίνας (aka Dameli Wines) θα μπορούσε κάλλιστα να δώσει απαντήσεις στα ερωτήματά μου.
Μετά τις πρώτες χειραψίες, η οικοδέσποινά μας ανέλαβε το καθήκον της καθοδήγησης στο γευστικό και στο γεωγραφικό χάρτη της χώρας.
Τα κρασιά ήταν χωρισμένα βάσει γεωγραφικής ζώνης και τρόπου οινοποίησης. Φυσικά και υπήρχαν κρασιά φτιαγμένα με τον παραδοσιακό τρόπο στα Qvevri, τα μεγάλα, θαμμένα πιθάρια της χώρας, αλλά δεν ήταν τα μόνα. Κάθε πιθανή μέθοδος οινοποίησης βρίσκεται στα χέρια των οινοποιών καθώς πλέον η Γεωργία είναι σαν ένα εργαστήριο δοκιμών για νέους και τολμηρούς οινοποιούς απ’ όλο τον κόσμο. Ντόπιοι, Γάλλοι και Αμερικανοί στην πλειοψηφία τους, βρίσκουν γη σε λογικές τιμές, μια ατελείωτη λίστα από γηγενείς ποικιλίες και ένα πεδίο ελεύθερο για πειραματισμούς. Τα αποτελέσματα κινούνται σε όλο το πλάτος του οινικού φάσματος. Από funky κρασιά, μέχρι fine wines, κάτι που αποτυπώνεται και στη γκάμα των κρασιών της δοκιμής.
Ανάμεσα στα κρασιά προς δοκιμή, πρώτο κίνησε το ενδιαφέρον μου το Nita από το οινοποιείο Ori Mirani. Ένα κρασί με εντυπωσιακή κομψότητα που σε τυφλές δοκιμές, σίγουρα θα μπέρδευε πολλούς.
Το Tsitska ’21 του Archil Guniava, ήταν για εμένα έρωτας με την πρώτη γουλιά. Tsitska είναι το όνομα του σταφυλιού και το λευκό αυτό κρασί, που περνά έναν χρόνο στο Qvevri, είναι για εμένα μια αρκετά ικανή αφορμή για να μάθω περισσότερα για τα κρασιά της χώρας.
Το Chakalix ’22, ένα Rkatsiteli από το οινοποιείο Lapati κέντρισε το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του κοριτσιού μου. To Rkatsiteli είναι ίσως η πιο γνωστή ποικιλία της Γεωργίας και στην συγκεκριμένη περίπτωση, μην αφήσεις το παιχνιδιάρικο όνομα και την αντίστοιχη ετικέτα να σε ξεγελάσουν. Το κρασί είναι σοβαρό.
Πάλι από το οινοποιείο Archil Guniava το Nino’s Mgaloblishvili 2021, όπου το εύκολο όνομα Mgaloblishvili είναι η ποικιλία, ήταν ένα ακόμα κρασί που αγάπησα και θα αναζητήσω. Κομψό και αρωματικό, με χαμηλό αλκοόλ και μια fizziness, είναι ένα κρασί που θέλω να ανοίξω και να απολαύσω και όχι απλά να δοκιμάσω.
Το Golden Blend του Zurab Topuridze ήταν ένα κρασί γενικής αποδοχής στην έκθεση. Ένα λευκό blend από Rkatsiteli, Khikhvi, Kisi, Mtsvane Kakhuri. Αν μπορείς, πες το γρήγορα. Αν δεν μπορείς, απλά απόλαυσε ένα ποτήρι. Εγώ ανήκω στη δεύτερη κατηγορία.
Τα Γεωργιανά κρασιά είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο άξιο εξερεύνησης. Όποιος πιστεύει πως από μια χώρα με τόσο πλούσιο ανάγλυφο και τέτοια ποικιλομορφία terroir μπορεί να περιμένει μια κοινή ταυτότητα σε όλα τα κρασιά της, μάλλον γελάει ακόμα με αστεία για Πόντιους. Για όλους τους άλλους θα πω απλά, ετοιμαστείτε για μια πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία.
Leave a comment