Βενετία, η Γαληνοτάτη

Venezia la Serenissima

Κι εσύ νόμιζες ότι η Βενετία είναι μόνο κανάλια, γόνδολες και ρομαντικούς περιπάτους; Ε ναι, οι περισσότεροι από εμάς. Το Νοέμβριο ανακαλύψαμε σε τρεις μέρες ότι κάτω από το πέπλο του αιωνίως ρομαντικού προορισμού υπάρχει μια ολοζώντανη πόλη, η οποία σέβεται την ιστορία της και την απίστευτη ομορφιά της, τη συντηρεί για τις μελλοντικές γενιές και καλωσορίζει όλων των λογιών τους τουρίστες. Και όχι, δεν είναι μόνο οι δύστυχοι αμερικανοί τουρίστε,ς που με κίνδυνο της αξιοπρέπειάς τους από την πιθανή πτώση στα παγωμένα νερά, επιμένουν να κάνουν πρόταση στην καλή τους στο ηλιοβασίλεμα ενώ ο γονδολιέρης τραγουδά άγνωστα ρεφρέν από το Ο Sole Mio ως τον ύμνο της αγαπημένης του ομάδας. Είμαστε κι εμείς. Που καταλήξαμε μετά από τρεις μέρες στη σαγηνευτική τούτη υδάτινη πολιτεία ότι το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να χαθείς μέσα της. Που θα ρομαντζάρουμε με πάθος αλλά συγχρόνως θα ψάχνουμε εκείνο το ριζότο, το οποίο πρότεινε ο Tony Bourdain σε ένα επεισόδιο του No Reservations.

Οδηγός Πόλης

Η Βενετία είναι μια μικρή, μικρούτσικη πολιτεία στο νερό, την οποία πολλοί επιλέγουν να δουν ως μονοήμερη εκδρομή φθάνοντας με το τρένο, με το αυτοκίνητο ή με το κρουαζιερόπλοιο. Μην υποκύψετε στην παρόρμηση της ταχείας επίσκεψης όμως γιατί από το απόγευμα και μετά, όταν έχουν ήδη αποχωρήσει οι ορδές των τουριστών η ομορφιά της πόλης είναι εξωπραγματική. Βγαλμένη από ταινία, όπως είναι και πολύ νωρίς το πρωί, πριν καν ανοίξουν τα καταστήματα.

Στη Βενετία δεν επιτρέπεται κανενός είδους όχημα, οπότε αν φθάσετε με αυτοκίνητο όπως εμείς, θα σταθμεύσετε στις παρυφές της πόλης και θα χρησιμοποιήσετε το Vaporetto, το δικό τους ειδικό ‘λεωφορείο’ θαλάσσης για να φθάσετε στο κέντρο.

Αποτελείται από έξι γειτονιές ή sestieri, που ονομάζονται Dorsoduro, San Marco, San Polo, Santa Croce, Cannaregio και Castello και 118 διαφορετικά νησιά, τα οποία χωρίζονται από τα κανάλια και ενώνονται με γέφυρες και γέφυρες κι άλλες γέφυρες, ων ουκ έστιν αριθμός. Οι αθεράπευτα ρομαντικοί και οι φανατικοί instagrammers δε θα ξέρετε πού να πρωτοστρέψετε το βλέμμα σας.

Τα πιο φημισμένα αξιοθέατα βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής στην αριστοκρατική Piazza San Marco. H Βασιλική του Αγίου Μάρκου, ένας από τους πιο εντυπωσιακούς ναούς της Ευρώπης, το Campanile του Αγίου Μάρκου ύψους 100 μέτρων, που προσφέρει ανεμπόδιστη θέα στο ιστορικό κέντρο και στη λιμνοθάλασσα και το Palazzo Ducale με αριστουργήματα της Αναγέννησης και συγκλονιστικά χρυσοποίκιλτα ταβάνια. Στο Παλάτι θα δείτε και την περιώνυμη Γέφυρα των Στεναγμών ή Ponte dei Sospiri, που ενώνει το παλιό δικαστήριο με τη φυλακή. Την περίφημη γεφυρούλα, φορτωμένη με τους αναστεναγμούς τόσο των τοτινών καταδικασμένων όσο και των σημερινών ερωτευμένων που φωτογραφίζονται εμπρός της μπορείτε να δείτε καλύτερα απ’ έξω, από την Ponte della Paglia και όχι διασχίζοντάς την εσωτερικά ως μέρος της ξενάγησης στο Παλάτι. Οι υπέρ-φιλότεχνοι ας μην χάσουν τη φοβερή συλλογή μοντέρνας τέχνης της Peggy Guggenheim με έργα του Picasso και του Jackson Pollock, του Dalí και του Giacometti, του Kandinsky και του Klee που στεγάζεται σε ένα πανέμορφο palazzo του 8ου αιώνα. Όλα αυτά με καλό προγραμματισμό μπορείς να τα δεις σε μιάμιση μέρα. Όμως σίγουρα δεν είναι τα μόνα σημεία που ξεχωρίζουν σε τούτη τη μοναδική πόλη, γι’ αυτό το τριήμερο είναι η ιδανική διάρκεια του ταξιδιού. Το δικό μου αγαπημένο σημείο είναι η Ponte dell’Accademia, μία από τις τέσσερεις γέφυρες που δεσπόζουν στο Grand Canal και μία από τις τελευταίες εναπομείνασες ξύλινες γέφυρες στη λιμνοπολιτεία. Από εδώ απολαμβάνεις απίστευτη θέα στο Μεγάλο Κανάλι και στη Basilica di Santa Maria della Salute χωρίς το συνωστισμό του Rialto.

Το Ponte di Rialto είναι ένα υπέροχο τοπόσημο και συγχρόνως για τον ίδιο λόγο εξαιρετικά δημοφιλές. Είναι η παλαιότερη γέφυρα που ενώνει το San Marco με το San Polo πάνω από το Grand Canal. Λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα γίνεται το αδιαχώρητο από τους τουρίστες, που προσπαθούν να τραβήξουν την τέλεια φωτογραφία χωρίς να νοιάζονται αν θα βγάλουν το μάτι του διπλανού με τα εκατοντάδες selfie sticks να υψώνονται σα δόρατα. Και ας μην ξεχνάμε το Campo San Polo, μια από τις παλαιότερες πλατείες της Βενετίας, η οποία επισκιάζεται από την αίγλη της μεγάλης αδελφής, της πλατείας του Αγίου Μάρκου, η οποία εξόχως χιουμοριστικά είναι μικρότερη. Για την ακρίβεια το Campo San Polo είναι η μεγαλύτερη πλατεία της ιστορικής Βενετίας γεμάτη καταστήματα και καφέ, τέλεια για χάζι, espresso ή aperol spritz. Και τέλος τα δυο νησάκια, το Murano με τα περίφημα κρύσταλλα και το Burano με τα πολύχρωμα σπίτια και την παράδοση στις δαντέλες, τα οποία μπορεί κανείς να επισκεφθεί με τα θαλάσσια λεωφορεία της γραμμής ή με water taxi. Υπέροχη θέα επίσης θα βρείτε στο rooftop του T Fondaco Dei Tedeschi, το οποίο δεν είναι αξιοθέατο αλλά πολυκατάστημα και η πρόσβαση στην ταράτσα είναι δωρεάν για να χαζέψεις το Grand Canal και το Rialto. Θα πρέπει απλώς να προκρατήσεις online μια συγκεκριμένη ώρα για την επίσκεψη.

Από τις τουριστικές πληροφορίες δε μπορεί να απουσιάζει η κλασική βόλτα με τη γόνδολα. Αν δε θέλετε να φύγετε χωρίς να έχετε τσεκάρει και αυτό το κουτάκι από τη λίστα σας, υπολογίστε 80 ευρώ για μια βόλτα της μισής ώρας για 2-5 άτομα, μιας και το κόστος είναι ανά γόνδολα και όχι ανά άτομο, ενώ κατά το ηλιοβασίλεμα η τιμή ανεβαίνει στα 100 ευρώ. Υπάρχουν πιάτσες σε πολλά σημεία. Οπότε μη βιαστείτε να τρέξετε στον πρώτο γονδολιέρη, που θα κλείσει το μάτι με ιταλική φινέτσα και τα ανάλογα κοπλιμέντα. Αν πάλι έχετε κουραστεί από το περπάτημα και θέλετε απλώς να διασχίσετε το Grand Canal σε μια μίνι γονδολο-περιπέτεια, η λύση είναι να βρείτε την πρώτη στάση traghetto και να πάρετε τη γόνδολα-πορθμείο για απέναντι με 2 ευρώ κατ’ άτομο.

Τέλος εσείς, οι ταξιδιώτες του φθινοπώρου μην ξεχνάτε το απίθανο φαινόμενο acqua alta. Από τον Οκτώβρη ως το Γενάρη υπάρχουν μέρες που η παλίρροια ενώνει τη λιμνοθάλασσα με την πλατεία του Αγίου Μάρκου. Ναι, ναι, η πλατεία σκεπάζεται από το νερό για τρεις περίπου ώρες, αλλά η πολιτεία είναι έτοιμη και στήνει ψηλούς διαδρόμους για να διασχίσετε το εξωπραγματικό σκηνικό της πλημμυρισμένης πλατείας, η οποία είναι το χαμηλότερο σημείο της Βενετίας εξ ου και γίνεται …υποβρύχια. Υποβρύχιες καταδρομές με τακούνια δεν έχετε ξανακούσει; Ευτυχώς μόνο ο ένας από τους δυο μας τα φορούσε. Το έκανες εικόνα ήδη;

Το φαγητό

Το πρωί ξεκινάμε με καφέ στην πλατεία του Αγίου Μάρκου. Στο Caffe Florian, αν θέλετε να χορτάσετε αριστοκρατική βενετσιάνικη ομορφιά και κόκκινα βελούδα, που δε χορταίνονται σας το λέω, απλώς χρονομεταφέρεσαι αυτομάτως στο παρελθόν ή στο Gran Caffe Chioggia -ακριβώς απέναντι από το Παλάτι των Δόγηδων- για τραπεζάκι στον πεζόδρομο και το καλύτερο και εξίσου αριστοκρατικό χάζι της πόλης. Στο Florian δε, μη διστάσετε εμπρός στο Tiramisu ή στο cheesecake. Η απάντηση είναι και τα δύο. Σας προετοιμάζω για τις υπέροχες στιγμές και για το διψήφιο κόστος του καφέ σας. Αν πάλι είστε στο Ριάλτο και αποζητάτε ένα καφεδάκι κι ένα κρουσάν με κρέμα κατευθείαν στο Caffè del Doge. Άλλη μια υπέροχη στάση για ξεκούραση και καφέ είναι το Caffè La Serra στη Serra dei Giardini, μια όαση ομορφιάς σε ένα αναστηλωμένο παλιό θερμοκήπιο λουλουδιών. Διαφορετικά διαλέξτε το ένα από τα τρία Farini, που βρίσκονται διασκορπισμένα στην πόλη για μικρή στάση που περιλαμβάνει καφέ, σφολιάτες, γλυκά, φοκάτσες και φυσικά πίτσα για ένα γρήγορο και νόστιμο τσίμπημα. Το τοπικό σουβλάκι της Ιταλίας είναι αναφανδόν η πίτσα, οπότε δε γίνεται να βρεθείτε μπροστά στο Antico Forno και να μη δοκιμάσετε τουλάχιστον ένα κομμάτι. Πέραν τούτου αναλόγως που θα σας βγάλουν τα βήματά σας, ένα κομμάτι στα όρθια μπορείτε να τιμήσετε στην Pizza 2000 ή στην Pizzeria Megaone σαν καλοί τουρίστες. Ή ακόμα καλύτερα, αντί να φας στο πόδι να επισκεφθείς το Al Vecio Canton για σοβαρή πίτσα Quattro Stagioni με radicchio και gorgonzola κι ένα πιάτο με buratta, ρόκα και ντοματίνια.

Από γλυκά μη με ρωτήσετε πολλά, το ξέρετε πια ότι είμαι εξωγήινη και δεν τρώω γλυκά πάρα σε ελάχιστες περιπτώσεις, όμως θα προτείνω την Pasticceria Rizzardini για τα φοβερά κλασικά γεμιστά fritelle και την Pasticceria Tonnolo για τα cannoli και παντός είδους croissants για να γλυκαθείτε ανάμεσα στις πιτσούλες και τα όστρακα. Μην ξεχάσετε το pannetone, το pandoro και την colomba! Αλλιώς μπορείτε απλώς να αγοράσετε από όλα τα παραδοσιακά ζαχαροπλαστεία που θα βρείτε στα στενάκια τα περίφημα βενετσιάνικα μπισκότα bussolai (ή essi) και τα zaeti ως δώρα για τους φίλους. Και παγωτό φυστίκι ή λεμόνι στη Gelateria Squero δίπλα στο bacaro Cantine del Vino già Schiavi. Μη ρωτήσετε τι ειν’ τούτο, θα διαβάσετε παρακάτω. Αν λιγωθείτε από το gelato, πάντα μπορείτε να πάρετε δυο αλμυρές μπουκιές από την Cantine για ισορροπία.

Και τώρα στο δια ταύτα. Πώς καταγράφηκαν τόσες πληροφορίες ως αυτό το σημείο χωρίς καμία σοβαρή αναφορά σε φαγητό, δεν ξέρω. Η λιμνοθάλασσα είναι πλούσια σε ψάρια και θαλασσινά, έτσι αυτά ανέκαθεν αποτελούν βασικό στοιχείο της διαφορετικής βενετσιάνικης κουζίνας. Χαρακτηριστικές λιχουδιές ήταν οι Sarde in Saor (τηγανητές σαρδέλες, κατόπιν μαριναρισμένες σε υπόγλυκο διάλυμα ξυδιού με σταφίδες και σερβιρισμένες με κουκουνάρι και σωταρισμένα κραμμύδια), το Risi e Bisi (ριζότο με αρακά, πανσέτα, κρεμμύδι και μαϊντανό), το Fegato alla Veneziana (μοσχαρίσιο συκώτι σε λεπτές φετούλες περασμένο στο τηγάνι με κρεμμύδι και μαϊντανό, σερβιρισμένο με πολέντα), το Baccalà mantecato (μους μπακαλιάρου με λάδι και μυρωδικά) και το spaghetti με μελάνι σουπιάς με ψιλοκομμένη σουπιά και ενίοτε καλαμάρι. Γενικώς οι φίλοι μας οι Βενετσιάνοι έχουν καλή σχέση με το τηγάνι και θα δείτε fritto misto με ψαράκια, θαλασσινά και λαχανικά σε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς σε κάθε κατάλογο. Τα βρίσκεις, τα επιλέγεις, τα τρως.

Στην Osteria La Zucca η pumpkin flan είναι παροιμιώδης και η ποικιλία των veggie πιάτων για ‘εκείνους’ τους φίλους μας (ξέρετε ποιοι είστε) είναι ονομαστή. Αν και ο κατάλογος αλλάζει συνεχώς αναλόγως των εποχικών υλικών ρίχνω τρεις βόμβες γεύσης στο τραπέζι. Τις ταλιατέλλες με αγκινάρα και πεκορίνο, τα λαζάνια με φρέσκο κολοκυθάκι και αμύγδαλο και τις ταλιατέλλες με γκοργκοντζόλα και φυστίκι. Μπορεί να δυσκολευτείτε να συνεννοηθείτε με το σερβιτόρο, ο οποίος θα σας φέρει μια μετάφραση του εντελώς ιταλικού καταλόγου, που δεν υπόσχομαι ότι θα σας βοηθήσει. Φορέστε το καλό σας χαμόγελο και χρησιμοποιήστε το google translate για σιγουριά. Η έτερη Osteria al Garanghelo σε έναν πεζόδρομο, όχι μακριά από τα τουριστικά εστιατόρια του Grand Canal, δε φημίζεται για κάποιο πιάτο. Όμως όταν βρεθείς εκεί πολύ πεινασμένος και κατάκοπος από το περπάτημα (ο Μάκης, όχι εγώ) μπορείς χωρίς δεύτερη σκέψη να παραγγείλεις κλασικά λαζάνια με ντομάτα και μοτσαρέλα, μία πίτσα με αγκιναράκια και δυο φοβερά martini cocktails από τον εκτενή κατάλογο. Ίσως χρειαστεί να κάνεις λίγη υπομονή για το φαγητό σου αλλά έχοντας την δεύτερη(!) οδοντογλυφίδα με τις ελιές του ποτού στο χέρι κι έχοντας παραγγείλει μια τρίτη και σύμμαχο τη λιακάδα στο πρόσωπο, λίγη υπομονή δε φαντάζει και τόσο δύσκολη καθώς χαζεύεις άλλους τουρίστες να κοιτούν το ποτό σου προσπαθώντας να αποφασίσουν πού θα ξαποστάσουν κι εκείνοι για λίγο. Και για να μη νομίζετε ότι υπάρχουν κενά στην αφήγηση, όπως κάποιοι γράφουν συνταγές και πάντα κάποιο υλικό τυχαίως ξεχνούν/παραλείπουν, στην Trattoria Da Romano στο Burano θα βρείτε το περίφημο ριζότο που έτρωγε ο Τόνυ, το οποίο είναι φτιαγμένο με ζωμό ψαριών της λιμνοθάλασσας αλλά θα βρείτε επίσης και την frittura με τα φοβερά λοκάλια καβούρια Moeche.

Το φαγητό είναι η μεγάλη μου αδυναμία, παρ’ όλα αυτά στη Βενετία ξεμυαλιστήκαμε τόσο από την ομορφιά της περιήγησης, που σταματούσαμε κυρίως για pit-stop, ήτοι cicchetti και ποτήρι κρασί για να ξαποστάσουμε οι γηραιοί εκδρομείς. Όπως τα tapas της Ισπανίας, τα pintxos της χώρας των Βάσκων, έτσι και τα cicchetti είναι οι μεζέδες των Βενετών, με όλων των λογιών τα καλούδια που μπορείς να σκεφθείς -από αλλαντικά και τυριά ως ψάρι και θαλασσινά- σε ευφάνταστους συνδυασμούς σερβιρισμένα κυρίως πάνω σε φρυγανισμένες φέτες ψωμιού ή στριφογυριστό tramezzino σε λευκό μαλακό ψωμί ή σε μορφή κροκέτας γεμιστής με τους θησαυρούς του Αλή Μπαμπά. Απελευθέρωσε την όσφρησή σου ώστε να σε οδηγήσει στα παραδοσιακά bacari (παλιά bars) ως γη της Επαγγελίας για τέτοιου τύπου μεζεδομαχίες. Όπως το κλασικό Bar Ducale καθ’ οδόν για το Guggenheim για τσίμπημα-γλυκό-καφέ-aperol spritz, όπου και δοκίμασε όποια τέτοια μικρή λιχουδιά σε τραβά ως μαγνήτης από την παλιομοδίτικη βιτρίνα, όπως το καυτό arancino με τομάτα και μοτσαρέλα ή η Cantine del Vino già Schiavi για κρασί του παλιού κόσμου στο ποτήρι κι ένα πλαστικό πιάτο με όσες νοστιμιές χωράει, με σκοπό να καθίσεις άνετα έξω στο πεζούλι του καναλιού, όπου μπορείς πάντα να τσουγκρίσεις ένα ποτήρι δροσερό prosecco με τους ηλικιωμένους κυρίους της γειτονιάς, που μαζεύονται εκεί. Άλλη μια πύλη στο παρελθόν είναι η Cantina Do Mori, η οποία λειτουργεί συνεχώς από το 1462. Με τα χαρακτηριστικά χαλκώματα κρεμασμένα παντού σερβίρει δεκάδες διαφορετικά cicchetti και φυσικά κρασί στο ποτήρι. Η Osteria all’ Arco ήταν το καλύτερο και χαρακτηριστικότερο παράδειγμα. Μια αφανής γωνιά σε έναν πεζόδρομο με 4-5 τραπέζια και λίγες θέσεις για ορθίους μέσα στη μικρή μπάρα ικανοποιούσε και τον πιο ιδιότροπο τουρίστα, δηλαδή εμένα. Οι επιλογές σε πεντανόστιμες μικρές μπουκιές άπειρες, σε κρέας, ψάρι ή και θαλασσινό. Εμείς , δεν κάνουμε διακρίσεις στα είδη, οπότε συνωστίσαμε τα μεζεδάκια αγνοώντας τους κανόνες ασφαλείας της κόβιντ εποχής και ριχθήκαμε στον τίμιο αγώνα. Κάθε μπουκιά ήταν απόλαυση.

Τα wine bars

Στην καρδιά μας χαράχθηκαν ανεξίτηλα δύο wine bars. Πρώτη η Osteria all’ Adriatico Mar, που βρίσκεται πάνω σε ένα κανάλι (τι έκπληξη!) σε μια ήσυχη και ρομαντική γωνιά. Μπήκαμε στη μικρούτσικη osteria και αισθανθήκαμε σαν να βρήκαμε μονομιάς το στέκι μας. Ο γελαστός ιδιοκτήτης, μόνος εκείνη την ώρα, παίζοντας εξαιρετικές μουσικές στα ηχεία, μας αφιερώθηκε προσπαθώντας με ζέση να μας δώσει όσες το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες τόσο για τα εκλεκτά φυσικά κρασιά της λίστας του όσο και για τις κορυφαίες επιλογές σε τυριά και αλλαντικά που ήταν ένθερμος να μας ταϊσει. Δεν ήξερε με ποιους έμπλεξε. Στην πορεία το κατάλαβε. Γίναμε φίλοι. Τον περιμένουμε να πάμε για ασύρτικα στη Σαντορίνη.

Το δεύτερο αγαπημένο ήταν το Stappo. Δεν είμαι καν βέβαιη αν ήταν δεύτερο ή πρώτο στην τελική μας αξιολόγηση, μικρή σημασία έχει. Γιατί όταν μπαίνεις πρώτη φορά σε ένα άγνωστο wine bar και ο υπεύθυνος σου φέρνει δυο τρυφερά ζουμπουρλούδικα στρείδια για να ξεκινήσεις χωρίς να ρωτήσει τίποτα, λέγοντας ‘νομίζω ότι έτσι πρέπει να ξεκινήσει η βραδιά σας’, ξέρεις ότι έπεσες διάνα. Και σου ανοίγει τις φιάλες χωρίς δεύτερη σκέψη ‘αφού είστε οινόφιλοι και γείτονες, πρέπει να δοκιμάσετε’. Και παραγγέλνεις (κι άλλα) στρείδια, prosciutto δαντέλα, coppa και μερικά τόσο βρώμικα τυριά, που διστάζω να τα περιγράψω, μην τυχόν και υπάρχουν ανήλικοι ανάμεσά μας. Πρόστυχες λεπτομέρειες μπορούν να σταλούν μόνο με προσωπικά μηνύματα.

Τα bars

Από τους κλασικούς θεσμούς της Βενετίας, μην ξεχάσεις τους εξής δύο. Να φορέσεις τα καλά σου και να κάνεις κράτηση για τη μπάρα του περιώνυμου Harry’s Bar για Bellini, να δεις τους σερβιτόρους ντυμένους στα λευκά να διηγούνται ιστορίες κοσμικές και παλαβές καθώς σε σερβίρουν τρομερά μικρή ποσότητα ενός υπερεκτιμημένου ποτού κι εσύ να χαμογελάς και να τρως ελιές και αμύγδαλα με χάρη και μπρίο. Κι μετά -ή πριν ή και πριν και μετά- να περάσεις χωρίς δισταγμό από την πλατεία του Αγίου Μάρκου για aperitivo ώστε να ακούσεις ζωντανή μουσική από τους απίθανους πιανίστες, οι οποίοι από ειδικά τοποθετημένα βάθρα μοιράζουν τις υπέροχες μελωδίες τους προς τέρψη των τυχερών καθημένων στα μεγάλα καφέ αλλά και των περιπατητών που βολτάρουν χαζεύοντας τα φώτα της πανέμορφης περίκλειστης piazza.

Ένα βράδυ θελήσαμε να αλλάξουμε ρότα και αντί για κρασί (ή μετά το κρασί, μη ρωτάτε) βρήκαμε τραπέζι, πιο σωστά δερμάτινο καναπέ, στο Il Mercante για cocktails. Φοβερές ιδέες από τους εφευρετικούς bartenders, οι οποίοι ως σειρήνες βάλθηκαν να μας πείσουν να παραγγείλουμε ποτά που έβγαζαν καπνούς ή περιείχαν τρία διαφορετικά παστέλ χρώματα ή ήταν σερβιρισμένα σε μια μινιατούρα βάρκας, εμείς ταγμένοι κλασικιστές πήραμε δυο από τα καλύτερα ποτά της ζωής μας, ένα Negroni κι ένα Old Fashioned. Την επόμενη φορά ίσως ρισκάρουμε. Μάλλον όχι.

Και καθώς ανακαλώ τις μνήμες από το φοβερό αυτό τριήμερο, αναρωτιέμαι γιατί μου πήρε τόσα χρόνια να έρθω ξανά, τόσα χρόνια να έρθουμε μαζί. Δεν υπάρχει σαφής απάντηση ή αλλιώς η απάντηση είναι ότι η κατάλληλη στιγμή είναι τώρα. Άρα αναρωτιέμαι εκ νέου, αν θα μου πάρει πάλι 20 χρόνια για να επισκεφθώ αυτή την πανέμορφη αριστοκράτισσα. Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι.

Μέσα από αυτή την υδάτινη γεωγραφία της πολιτείας ανθίζουν εικόνες σχεδόν αντιφατικές. Η λυρική Βενετία και η δραματική, η πολυτελής και φινετσάτη και η σκοτεινή και παρηκμασμένη, η ολοζώντανη πόλη και η Βενετία που λίγο λίγο βυθίζεται, η ποιητική οφθαλμαπάτη και η μνημειώδης αλήθεια.

Ειδικά αν επιλέξεις τη φθινοπωρινή εκδρομή, όπως εμείς, ζακέτα να πάρεις και θα με θυμηθείς. Για παπούτσια δεν είμαι σίγουρα η κατάλληλη να κάνω συστάσεις, ακόμα και στην acqua alta βούτηξα με ψηλοτάκουνα. Με βεβαιότητα δηλώνω ότι η ομορφιά της Βενετίας είναι βγαλμένη από τα παραμύθια. Αυτό δεν αλλάζει με τίποτα. Αξιωματική αλήθεια. Με παλίρροια ή χωρίς. Με τακούνια ή χωρίς. Βαθιά ανάσα και βουτιά στην ομορφιά.


Venice City Guide