Παρίσι σε 24 ώρες! Γίνεται;

Έχω μια θεωρία. Πιστεύω πως κάτι σου λείπει όταν αρχίζεις να το σκέφτεσαι άξαφνα, όλο και πιο συχνά. Αυτό παθαίνω διαρκώς τώρα τελευταία με το Παρίσι. Εικόνες, μυρωδιές και γεύσεις ξεπηδούν στο μυαλό μου καθημερινά και χωρίς καμία αφορμή. Είμαι στο γραφείο και θυμάμαι το πιάτο με τον τόνο στο Au Passage, είμαι στο σπίτι και θυμάμαι το White is Rouge στο Le Garde Robe,  οδηγώ και σε σκέφτομαι εκείνη τη μπαγκέτα, την οποιαδήποτε μπαγκέτα δηλαδή. Μάλλον το υποσυνείδητό μου δουλεύει διπλοβάρδια  προσπαθώντας να μου πει κάτι.

Τελευταία φορά που επισκέφτηκα το Παρίσι ήταν πριν από ενάμιση χρόνο, μεγάλο διάστημα για κάποιον σαν εμένα που αγαπά αυτή τη πόλη παθολογικά αλλά απολύτως λογικό για κάποιον που δεν έχει κερδίσει το τζόκερ (ακόμα).  Και μιας και η αναμονή ο ΟΠΑΠ να γίνει χορηγός στα ταξίδια μας δεν είναι βιώσιμη λύση και η λίστα των προορισμών που θέλουμε να επισκεφτούμε, πριν αρχίσουμε να επιστρέφουμε σε μέρη που έχουμε ήδη δει με το κορίτσι, είναι μακροσκελής, η περίοδος αυτή αναμένεται να μεγαλώσει κι άλλο.

Ένα ιδανικό 24ωρο ξεκινά πάντα την σωστή ημέρα. Είναι Κυριακή και φτάνεις πρωί στο CDG. Απευθείας στο τραίνο και κάθοδος στον σταθμό – κόμβο, στον ξακουστό Gare du Nord. Όχι όμως για μετεπιβίβαση αλλά για επίσκεψη στο κοντινό Chez Casimir για brunch. Τίποτα fancy. Ένα τυπικό γαλλικό bistro που τα πρωινά της Κυριακής σερβίρει το καλύτερο brunch της πόλης. Όχι επειδή το λέω εγώ, οι ίδιοι οι παριζιάνοι το λένε. Όχι, δεν έχει αβγά ποσέ και ναι, είναι μπουφές. Από αυτούς που τρως όσο θες. Όταν λέμε μπουφές βέβαια μην πάει το μυαλό σου σε ξενοδοχειακού τύπου. Όστρακα φρέσκα από τη Βρετάνη, μύδια αχνιστά, τυριά (εννοείται Γαλλικά), κρέπες, τερίνες και φρέσκα λαχανικά. Όλα αυτά συνοδεύονται με μία σούπα και ένα κυρίως πιάτο (ημέρας) και έναν πλούσιο μπουφέ γλυκών. Φυσικά η λίστα κρασιού σε κάνει να ντρέπεσαι και η walk-in κάβα σε κάνει να σκέφτεσαι σοβαρά να περάσεις όλο το 24ωρο της επίσκεψης εκεί!

Επειδή όμως ο χρόνος είναι περιορισμένος και η πόλη ανεξάντλητη δεν υπάρχουν περιθώρια. Πίνεις μια σόδα στα όρθια και παίρνεις τον δρόμο προς την Μονμάρτη. Στάση Blanche∙ αγόρια, το Moulin Rouge είναι θέαμα για Κινέζους και προηγούμενες γενιές, μια αναμνηστική φωτογραφία απ’ έξω αρκεί. Η Μονμάρτη έχει ανηφόρες. Πολλές. Καλό κάνουν, χωνεύει κανείς και δημιουργεί χώρο για την επόμενη στάση. Κανονικά κάπου εδώ επιβάλλεται ένας καφές αλλά ίσως γιατί οι Γάλλοι δεν πίνουν γαλλικό, ίσως επειδή Παρίσι και έτσι, ο καφές γίνεται κρασί πολύ εύκολα. Η αλήθεια είναι ότι η περιοχή είναι αρκετά τουριστική και μάλλον τα καλύτερα wine spots της δεν είναι απαραίτητα και στα ομορφότερά της σημεία. Βάλε λοιπόν ένα μπερέ, ρίξε ένα τραπεζομάντιλο στα γρασίδια της Sacre Coeur και απόλαυσε την θέα του Παρισιού παρέα με ένα μπουκάλι κρασί. Ένας κλοσάρ από επιλογή για λίγη ώρα. Μη κουνάς το κεφάλι με νόημα. Εδώ γράφω για Παρίσι σε 24 ώρες, ο κλοσάρ σου έκανε εντύπωση;

Λίγο η θέα, λίγο το αεράκι εκεί ψηλά στον λόφο, λίγο το κρασί, μια λιγούρα έχει κάνει ξανά την εμφάνιση της. Επόμενη στάση Grands Boulevards και Coinstot Vino. Στο βάθος μιας στοάς, πιο Παριζιάνικη περπατά με μπαγκέτα στο χέρι και σφυρίζει την Μασσαλιώτιδα, βρίσκεται ένας ναός και αν ήταν στο χέρι μου τότε θα ήμουν καθημερινά στον όρθρο, στον εσπερινό και σε κάθε ολονυχτία του. Στο Coinstot Vinο είναι δύσκολο να αποφασίσει κανείς αν η λίστα των κρασιών ή το φαγητό είναι ο βασικός λόγος για να το επισκεφτείς. Φυσικά κρασιά, γαλλική κουζίνα στα καλύτερά της και εξυπηρέτηση που θα σε κάνει να ξεχάσεις κάθε στερεότυπο για τους Γάλλους. Πριν πας, κάνε κράτηση. Όταν λέω πριν πας εννοώ ιδανικά πριν πας στο Παρίσι.

Ξέρω τι σκέφτεσαι, μια ολόκληρη ημέρα στο Παρίσι και δεν έχεις πιει ακόμα αρκετό κρασί. Μην στεναχωριέσαι όμως, σου έχω την λύση. Η αλήθεια είναι ότι δεν την βρήκα μόνος μου. Πρόταση από τους ειδικούς του Coinstot Vino. Το όνομά του, Le Garde Robe. Ένα μικροσκοπικό wine bar στο Les Halles. Και εδώ τα φυσικά κρασιά έχουν την τιμητική τους. Διαλέγεις ποτήρι από την λίστα της ημέρας ή φιάλη από μια πραγματικά εντυπωσιακή συλλογή και αν αντέχεις λίγο φαγητό ακόμα, ένα πλατό τυριών – αλλαντικών. Εγώ στην θέση σου θα έκανα την καρδιά μου πέτρα και θα το έπαιρνα.

Λογικά κανείς από όσους διαβάζουν αυτό το άρθρο δεν έχει την δυνατότητα να καμπυλώνει τον χρόνο, οπότε κάπου εδώ θα πρέπει να φτάνει το τέλος μιας γεμάτης μέρας. Επίσης δεν ξέρω πόσοι από εσάς μετά από όλο αυτό το φαγητό και το κρασί θα συνεχίζατε για ένα ποτό, αλλά εγώ μάλλον θα πήγαινα για ύπνο. Στα πλαίσια της μυθοπλασίας μάλλον θα μπορούσα να μιλήσω για ένα Jazz μπαρ με νουάρ ατμόσφαιρα, πνιγμένο στους καπνούς. Υπάρχουν αυτά τα μπαρ. Να πάτε. Όταν γυρίσετε θα περιμένω ένα άρθρο για το blog. Μέχρι τότε, στο δικό μου ταξίδι αστραπή υπάρχει ύπνος και ξύπνημα νωρίς το επόμενο πρωί.

Πριν την επιστροφή μένουν μόνο δύο πράγματα. Μεγάλες ανάσες για να πάρεις την μυρωδιά μιας πόλης που το πρωί μυρίζει απ’ άκρη σ’ άκρη σαν προετοιμασία κουζίνας και μια βόλτα μέχρι τον κοντινότερο φούρνο. Όχι απαραίτητα τον καλύτερο φούρνο της πόλης. Τον φούρνο στην γωνία. Δεν χρειάζεσαι τίποτα άλλο. Μια μπαγκέτα γεμιστή με τα υλικά της προτίμησης σου και πίσω στον πικρό δρόμο της επιστροφής.