Μετά από συζητήσεις επί συζητήσεων -μία ήταν στην πραγματικότητα- συνειδητοποίησα ότι γράφω κατ’αποκλειστικότητα για τη γαστρονομία στο εξωτερικό. Υπάρχουν όμως διαμάντια στην Ελλάδα. Πολλά. Δεν τα έχω ανακαλύψει όλα ακόμα. Όσα όμως βρίσκω στο διάβα μου θα τα μοιραζόμαστε εδώ για να κουβεντιάζουμε και να ανταλλάζουμε απόψεις για τα γαστροοινικά τεκταινόμενα εντός εγχωρίων υδάτων.
Φέτος το καλοκαίρι ένα εστιατόριο έλαμψε στην πρώτη από τις θερινές εξορμήσεις μας. Το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος εκδράμαμε στους Παξούς. Πράσινο και γαλάζιο τα δεσπόζοντα χρώματα της φύσης. Για το μικρό νησί του Αντίπαξου δε θα γράψω περιττά, απλώς να το επισκεφθείτε τουλάχιστον μια φορά για να ζήσετε την εξωγήινη εμπειρία αυτής της θάλασσας. Για τους Παξούς όμως θα μοιραστώ μαζί σας τα εξής μυστικά. Ταβέρνα Βασίλης στο χωριό Λογγός. Όλα τα μυστικά συμπυκνωμένα σε ένα. Πήγαμε το πρώτο βράδυ και ξαναπήγαμε το δεύτερο. Αν υπήρχε και τρίτο βράδυ, πάλι εκεί θα κλείναμε για δείπνο. Είχαμε ακούσει γι’αυτή την περιώνυμη ταβέρνα, που δεν είναι όμως ακριβώς ταβέρνα. Ο Λογγός είναι ένα μικρό γραφικό χωριό με λιμανάκι πάνω στη θάλασσα. Εκεί βρίσκεται και ο Βασίλης. Δηλαδή ο Κώστας. Αυτή η εξήγηση στη συνέχεια. Φθάσαμε Σάββατο Βράδυ κατά τις 8 για να απολαύσουμε και ηλιοβασίλεμα. Ήταν ήδη όλα στρωμένα στην εντέλεια με προσεγμένα σερβίτσια, ποτήρια και πιάτα που ίσως στην αρχή σε ξενίζουν μες το μικρό ψαροχώρι. Τα προνομιακά τραπέζια που βρίσκονται έξω έξω προς τη θάλασσα ήταν όλα κρατημένα. Ευτυχώς ένα από αυτά ήταν το δικό μας.
Ήρθαν αμέσως ως κέρασμα τρεις σαλάτες (ρεγγοσαλάτα, πικάντικη πιπεριά φλωρίνης και μελιτζανοσαλάτα) με υπέροχο ψωμί, το νερό και οι κατάλογοι. Μόλις ανοίξαμε το μενού και στη συνέχεια τη λίστα των κρασιών συνειδητοποιήσαμε γιατί μάλλον δεν εμπίπτει στην κατηγορία της νησιωτικής ταβέρνας. Με έμφαση στα θαλασσινά ο σύντομος κατάλογος δείχνει γαστριμαργικό όνειρο ενώ η λίστα κρασιών θα μπορούσε να ανήκει σε αστεράτο εστιατόριο. Η προσοχή που έχει δοθεί στο στήσιμο διαφαίνεται αμέσως. Την εξακριβώσαμε δε στην πρώτη μπουκιά του κεράσματος και στη συνέχεια όλων των πιάτων.
Παραγγείλαμε με τη βοήθεια του ευγενέστατου ιδιοκτήτη Κώστα, που είναι η ψυχή της επιχείρησης. Ο μπαμπάς Βασίλης είχε ξεκινήσει την επιχείρηση και εκείνος τον τιμά κρατώντας το όνομά του παρ’όλο που έχει αναλάβει ο ίδιος τα ηνία πολλά χρόνια. Τα μόνα πιάτα που ίσως έμειναν παραπονεμένα από την αδιαφορία μας ήταν τα κρέατα, αλλά όντας δίπλα στο νερό επιμείναμε …θαλασσινά. Τα πιάτα που επιλέξαμε ακούγοντας τις προτάσεις του ‘αρχηγού’ ήταν μια πράσινη σαλάτα με παντζάρι και γαλομυζήθρα, το carpaccio συναγρίδας , το ceviche παλαμίδας , ντολμάδες θαλασσινών σε ελαφριά tempura και χταπόδι ψητό με πουρέ σελινόριζας. Μοιραστήκαμε ένα ποιητικό ριζότο σουπιάς με λεμόνι και το μελάνι της και κλείσαμε με cheesecake με ελιά και δενδρολίβανο. Το κρασί που συνόδευσε το δείπνο μας ήταν το Pure, ασύρτικο Σαντορίνης του 2015 από το οινοποιείο VSV. Μια ενδιαφέρουσα εκδοχή της ποικιλίας , η οποία άφησε εμένα στο μεταίχμιο ενώ ενθουσίασε το Μ. Η πρώτη αυτή βραδιά θα μου μείνει αξέχαστη. Ήταν από τις πιο ανατρεπτικά ευχάριστες εκπλήξεις της χρονιάς. Κάθε πιάτο που έφθασε στο τραπέζι μας ήταν υψηλής αισθητικής και -πριν προλάβετε να βάλετε τις φωνές- εξαιρετικής νοστιμιάς. Την επόμενη βραδιά επιλέξαμε διαφορετικά, ήμασταν υπόδειγμα λιτότητας. Αποφασίσαμε απλώς να δοκιμάσουμε τον υπόλοιπο κατάλογο. Υπόσχομαι ότι ο ίδιος ο κατάλογος δεν υπέστη τραυματισμό. Δε μπορώ να πω το ίδιο για τα πιάτα μας, τα οποία επεστράφησαν καθαρά με χειρουργική ακρίβεια. Αυτά ήταν το ceviche φαγκρί με αχινό και χαβιάρι, μια απίθανη χωριάτικη με τηγανιτή φέτα, linguini θαλασσινών και χειροποίητη pasta με μελάνι σουπιάς, σπιτικό πέστο βασιλικού και γόνο καλαμαριού. Το κρασί της βραδιάς ήταν ένα εξαιρετικό riesling Hugel του 2015.
Οι Παξοί ειδικά για τους Αθηναίους δεν είναι προσιτός προορισμός σαββατοκύριακου. Η απόσταση, τα υψηλά διόδια λόγω της γέφυρας του Ρίου, τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια και η διαμονή μάλλον αποτρέπουν σε πρώτη ματιά τον φιλόδοξο επισκέπτη. Δηλώνω απερίφραστα ότι με την πρώτη ευκαιρία θα κάνουμε την υπερβολή, μάλλον του χρόνου, για να ξαναφάμε στον Κώστα. Δηλαδή στο Βασίλη. Δηλαδή στον Κώστα. Καταλάβατε.
Leave a comment