Η Πορτογαλία είναι το ευκολότερο ταξίδι που θα κάνετε ποτέ. Ένας λαός ανοιχτόκαρδος και φιλόξενος. Δε νιώσαμε ούτε στιγμή ξένοι. Κάθε φορά που λέγαμε ότι είμαστε Έλληνες, διάπλατα χαμόγελα μας καλωσόριζαν ως εξωτικά παραδείσια πτηνά. Ξενικά και σπάνια. Iδίως στην επαρχία. Ή ως μελανόμορφους αμφορείς, όπως λέει μια ψυχή. Ανυπομονώ να ξαναπάω. Μέσα σε δυο εβδομάδες καταφέραμε να δούμε ένα μεγάλο μέρος της χώρας ξεκινώντας από το Πόρτο, εκδράμοντας στην κοιλάδα του Ντούρο και καταλήγοντας στη Λισαβόνα. Η πόλη είναι ένα εκλεκτικό αποτέλεσμα, παράδοξο αλλά τόσο επιτυχημένο μίγμα μιας χώρας που έχει συγχωνεύσει το παρελθόν της και όλα τα επιμέρους στοιχεία που την απαρτίζουν σε ένα υπέροχο ζωντανό παρόν. Αριστοκρατία και βαθύ λαϊκό συναίσθημα, βόρεια και νότια Ευρώπη. Και του σαλονιού και του λιμανιού.
Η πρωτεύουσα της Πορτογαλίας είναι ένα μπιζουδάκι στις εκβολές του Τάγου. Μια μικρή πόλη με μεγάλη ιστορία στην οποία δε χάνεσαι, δεν τρέχεις, δεν αγχώνεσαι, δε βιάζεσαι να τα προλάβεις όλα, γιατί θα τα προλάβεις. Θα την εξερευνήσεις κυρίως με τα πόδια αλλά θα μπεις και στα χρωματιστά ιστορικά τραμ, γιατί -ας μην κρυβόμαστε- οι λόφοι ειδικά εν μέσω θέρους είναι μια πρόκληση. Εμείς δε χρησιμοποιήσαμε το αυτοκίνητο, το οποίο παρέμεινε νωχελικά παρκαρισμένο και ξεκούραστο, ώσπου να δοθεί το σύνθημα για εκδρομή την τέταρτη μέρα.
Η Λισαβόνα είναι η ‘άλλη’ Επτάλοφος, μια από τις παλιότερες πόλεις της δυτικής Ευρώπης, πολύ παλιότερη από το Λονδίνο ή το Παρίσι, ακόμα κι από τη Ρώμη την ίδια. Η ιστορία και η μοίρα της καθορίστηκε από τη βασιλεία, από τη θρησκεία, από την Εποχή των Ανακαλύψεων -όταν οι υπερπόντιες εξερευνήσεις άλλαξαν το πρόσωπο του κόσμου, όπως τον ξέραμε ως τότε- και φυσικά από τον καταστροφικό σεισμό του 1755 που ισοπέδωσε την πόλη. Γιατί το 1755 η πόλη πέτυχε χατ τρικ. Το τζακ ποτ της ατυχίας. Σεισμός, φωτιά, τσουνάμι. Μέσα σε μια μέρα η Λισαβόνα καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά. Και αναστήθηκε σαν το φοίνικα. Πιο όμορφη από πριν.
Σε ένα χορταστικό τριήμερο ή -ακόμα καλύτερα- σε τέσσερεις μέρες θα ευχαριστηθείτε την ομορφιά, που απλόχερα παρέχει και θα είστε έτοιμοι να προχωρήσετε στον επόμενο προορισμό σας, την κοιλάδα του Douro ή το Πόρτο. Ή αν έχετε άλλα σχέδια, στο Νότο, αδελφές μου, στο Νότο. Στο Algarve δηλαδή.
Οδηγός πόλης
Οι κεντρικές γειτονιές της Λισαβόνας θα μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον, η Alfama, το Bairro Alto, το Chiado, η Baixa, το Rossio και τέλος λίγο πιο έξω από το κέντρο η Belém. Τα θέλγητρα της πόλης και τα περισσότερα μνημεία βρίσκονται εδώ και είναι έτοιμα να δοκιμάσουν την αθλητική σας διάθεση σε μια πόλη σπαρμένη με απείθαρχους κυβόλιθους και εξοντωτικές ανηφοριές.
Θα ασκηθείτε στις ανηφοριές, αυτό είναι το μόνο βέβαιο. Είπε κανείς κάτι για παπούτσια; Ιδίως για τα δικά μου παπούτσια; Τώρα πια ξέρετε. Εσείς φροντίστε αναλόγως. Ναι, θα χρειαστείτε αθλητικά. Οπωσδήποτε.
Βεβαίως υπάρχει ένα μέγα bonus που προκύπτει από τις υψομετρικές ‘ανωμαλίες’ εξαιτίας των λόφων. Ολόκληρη η πόλη έχει τόσα πολλά σημεία για χάζι αφ’ υψηλού, τα περίφημα miradouro με απρόσκοπτη θέα προς πάσα κατεύθυνση.
Η Alfama είναι μια γειτονιά, που προκαλεί όλες τις αιθήσεις. Από το χαρακτηριστικό άρωμα των τηγανητών ψαριών από κάθε σπίτι ή εστιατόριο ως τους μελαγχολικούς ήχους της μουσικής και του τραγουδιού στα άπειρα Fado bars ως την αρχιτεκτονική που παρέμεινε απαράλλακτη, καθώς η Αλφάμα είναι η μόνη γειτονιά που δεν καταστράφηκε από το σεισμό. Θα σου θυμίσει ίσως το Trastevere στη Ρώμη και τη Montmartre στο Παρίσι. Αναλόγως τα κέφια και τη ζέστη καλό θα ήταν να ξεκινήσετε από την κορυφή του λόφου, όπου δεσπόζει το μαυριτάνικο Castelo de São Jorge, εντυπωσιακό απομεινάρι μιας άλλης εποχής. Αν αποφασίσεις να μπεις στο χώρο, θα απολαύσεις τη θέα της πόλης από τα τείχη. Στην πραγματικότητα δε χρειάζεται. Όμως αν κάνεις skip το κάστρο, άφησε τα βήματά σου να σε οδηγήσουν στο Miradouro da Nossa Senhora do Monte ή ακόμα καλύτερα στο Miradouro da Graca (ή Miradouro Sophia de Mello) για καφέ σε ένα πανέμορφο και σκιερό άνοιγμα, ένα από τα πιο όμορφα ‘παράθυρα’ της πόλης. Τα στενά δρομάκια με φιδίσια χάρη μπορούν να σε οδηγήσουν ως κάτω στο ποτάμι. Κάνε όμως μια στάση στο Sé Catedral, τον καθεδρικό της Λισαβόνας, ένα εθνικό μνημείο και εντυπωσιακό αμάλγαμα αρχιτεκτονικών ρυθμών. Αν η συγκεκριμένη μέρα αποδειχθεί πολύ κουραστική, μπορείτε πάντα να προστρέξετε σε μια από τις μεγαλύτερες τουριστικές ατραξιόν, το υπέροχο ρετρό τραμ 28. Θα διασχίσετε την Αλφάμα με στάσεις σε όλα τα αξιοσημείωτα. Όπως το Miradouro das Portas do Sol για πόζα με όλες τις στέγες της πόλης στο φόντο και πολύ κοντά επίσης στο Miradouro de Santa Luzia για φωτογραφία με τις μπουκαμβίλιες στην εκκλησία. Τονίζω όμως το ‘τουριστική ατραξιόν’. Αν κάποιος θέλει να καθίσει στο τραμ και να απολαύσει τη διαδρομή μάλλον πρέπει να μπει είτε στην αφετηρία είτε στο τέρμα για να βρει θέση.
Το κέντρο της Λισαβόνας αποτελείται από τις περιοχές Chiado, Rossio και Baixa. Η εντυπωσιακή Praça do Comércio είναι σημείο κατατεθέν της πόλης, προσφέρει άπειρες φωτογραφικές ευκαιρίες και πολλά καφέ κι εστιατόρια κάτω από τις σκιερές περιμετρικές στοές για να πάρετε μια ανάσα πολυτελείας. Η Arco da Rua Augusta, η θριαμβευτική αψίδα σημαδεύει την απαρχή του πεζοδρόμου στην πλατεία και χτίστηκε συμβολίζοντας τη δύναμη και την αντοχή των κατοίκων της πόλης για την αναγέννηση της Λισαβόνας μετά την αδυσώπητη καταστροφή εκείνη τη μαύρη μέρα του 1755. Εκεί αρχίζει ο μεγαλύτερος και σημαντικότερος εμπορικός πεζόδρομος της πόλης, η Rua Augusta, ο οποίος καταλήγει στην άλλη μεγάλη πλατεία, την Praça do Rossio με τα συντριβάνια και το υπέροχο κυματιστό ψηφιδωτό δάπεδο.
Το Bairro Alto είναι η γειτονιά στην οποία θα κινηθείτε κυρίως για νυχτοπερπατήματα. Μετατρέπεται από το απόγευμα σε ιδανικό μέρος για μπαρότσαρκα, με έντονη ζωή ως αργά το βράδυ αλλά και πάμπολλες tasca, δηλαδή μικρά εστιατόρια, σαν τις ιταλικές τρατορίες, για τσίμπημα πριν ή μετά το ποτό. Μπείτε χωρίς δισταγμό σε κάθε πόρτα που εκλύει μοσχοβολιές μπακαλιάρου ή σαρδέλας ή τηγανητού καλαμαριού. Αν έχετε κουραστεί όλη μέρα και δεν ξέρετε πώς να σκαρφαλώσετε (και) σε αυτό λόφο, διαλέξτε μια αναπάντεχη λύση, ένα μικρό αστικό τελεφερίκ. Το ένα από τα τρία δηλαδή! Το συγκεκριμένο είναι το Ascensor da Glória, το οποίο ενώνει από το 1885 την Avenida da Liberdade με το νυχτόβιο Bairro Alto. Τα άλλα δυο τελεφερίκ είναι το Elevador do Lavra, το παλαιότερο όλων, που ανεβαίνει ένα πολύ απότομο στενάκι με διαδρομή μήκους μόλις 200 μέτρων και το Ascensor da Bica. Αυτό πραγματοποιεί την πιο γραφική διαδρομή διασχίζοντας τη συνοικία Bica ανεβαίνοντας ως το Bairro Alto από το 1892 ως σήμερα. Στην κορυφή, περπατήστε τη Rua do Loreto ως το Miradouro de Santa Catarina για μαγευτική θέα της πόλης. Πέραν των τριών μικρών τελεφερίκ, τα οποία οι ντόπιοι αγαπούν πολύ και οι τουρίστες ακόμα περισσότερο, η Λισαβόνα διαθέτει ακόμα ένα μυστικό. Τον πιο περίτεχνο ανελκυστήρα, που έχει δει κανείς. Το Elevador de Santa Justa, το οποίο ενώνει το downtown στην κεντρική Baixa με το Bairro Alto σε κάθετη, ανοδική πορεία και προσφέρει στην κορυφή του μια εντυπωσιακή βεράντα με το κέντρο στα πόδια σου κυριολεκτικά.
Τέλος μένει η Belém, στην οποία αξίζει μια μέρα όλη δική της. Φεύγοντας από το κέντρο της Λισαβόνας και κατευθυνόμενοι δυτικά θα βρείτε τρία σπουδαία μνημεία της πόλης, άξια αναφοράς και φωτογράφισης φυσικά. Ξεκινάμε από το μεγαλειώδες Mosteiro dos Jerónimos, το μοναστήρι των Ιερωνυμιτών, το οποίο θεωρείται μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO και χτίστηκε το 1502 προς τιμήν του επικού ταξιδιού του Vasco da Gama στην Ινδία το 1498. Θεωρείται τόσο σημαντικός τόπος για τους Πορτογάλους, που εκεί έγινε η επίσημη τελετή της ένταξης της χώρας στην ΕΕ.
Σχεδόν απέναντι, ακριβώς πάνω στην όχθη του ποταμού βρίσκεται το θηριώδες Padrão dos Descobrimentos ή Μνημείο των Ανακαλύψεων. Έχει σχήμα καραβέλας, υψώνεται στα 52μ και είναι αφιερωμένο στους πιο διάσημους Πορτογάλους θαλασσοπόρους. Μπορείτε να ανεβείτε στην κορυφή του και να θαυμάσετε το τοπίο.
Και λίγο πιο κάτω θα δείτε τον περιώνυμο Torre de Belém ή πύργο της Belém, ο οποίος ανεγέρθη το 1515 ως κάστρο που προστάτευε την είσοδο στο λιμάνι της Λισαβόνας, οπότε και την πόλη την ίδια από τον εισβολέα. Θεωρούνταν ως σημείο αναχώρησης για τους Πορτογάλους θαλασσοπόρους που κινούσαν για να διανοίξουν τους δρόμους του εμπορίου σε όλο τον κόσμο.
Στη συνέχεια απαραίτητη στάση για γλυκό και αλμυρό (γιατί να διαλέξεις όταν δε χρειάζεται;) στο κλασικό Pastéis de Belém και καθώς επιστρέφετε στο κέντρο, θα βρείτε το LX factory. Ένα παλιό εργοστάσιο, διαμορφωμένο σε ανοιχτό πολυχώρο με καταστήματα, μπαρ και εστιατόρια. Αυτό το μεγάλο σύμπλεγμα κτιρίων λειτούργησε αρχικά ως εργοστάσιο υφασμάτων το 19ο αιώνα και από το 2008 μεταμορφώθηκε στο ιδανικό καταφύγιο για νεαρούς καλλιτέχνες και σχεδιαστές και σήμερα θεωρείται το μεγαλύτερο δημιουργικό κέντρο της πόλης.
Αν και δεν επισκεφθήκαμε άλλα μουσεία σε αυτό ταξίδι, πρέπει να αναφερθώ στο Εθνικό Μουσείο Πλακιδίων (επιτρέψτε μου τη μετάφραση), το Museu Nacional do Azulejo, μια μοναδική έκθεση αφιερωμένη στα azulejos, τα πλακάκια, που κοσμούν τόσα πολλά δημόσια και ιδιωτικά κτίρια σε ολόκληρη τη χώρα. Ανατρέχει με το πιο όμορφο τρόπο στην ιστορία της ζωγραφικής στην πορσελάνη, από τις απαρχές του 15ου αιώνα ως τον 20ο.
Το φαγητό
Παιδιά μου καλά, μία από τις καθόλου μυστικές μας αρχές είναι ότι νηστικός ταξιδιώτης δε βγαίνει στο δρόμο, οπότε καλό θα είναι να είναι φορτισμένο το κορμί πριν από το εξαντλητικό (ή όχι) περπάτημα της ημέρας. Άρα ένα καλό πρωινό ενδείκνυται πάντα για να ζεσταθεί η μηχανή. Αν είστε ντιπ μοντέρνοι διαλέξτε το Nicolau για σούπερ σαντουιτσάκια και pancakes έτοιμα για το Instagram, ή για λιγότερο ινσταγκραμικά πρωινά αλλά εξίσου νόστιμα στο A tentadora και στο Az de comer. Στάση για καφέ οποιαδήποτε ώρα μες την ημέρα αν βρεθείτε εμπρός στο Fabrica Coffee Roasters, μη διστάσετε. Όμως αν είστε τολμηροί και έτοιμοι να βουτήξετε βαθιά στην παράδοση της χώρας κατευθυνθείτε στο O Bitoque για bitoque. Μα μπριζόλα με πατάτες για πρωινό; Ε έχει και αυγό. Το αυγό δεν είναι τέλειο πρωινό; Είναι, είναι.
Και τώρα ας μιλήσουμε επιτέλους για σοβαρό φαγητό. Το περίφημο Belcanto του chef Jose Avillez με τα δύο του αστεράκια Michelin δε θεωρείται παράλογα το καλύτερο εστιατόριο της πόλης ή και της χώρας. Ευχαριστηθήκαμε το πρώτο chef’s table της ζωής μας και σίγουρα δε θα το ξεχάσουμε ποτέ. Ο ίδιος δημιούργησε και το Cantinho do Avillez, ένα υπέροχο μπιστρό, που προσανατολίζεται σε comfort food της πορτογαλικής κουζίνας με έντονη την προσωπική του σφραγίδα. Μια taberna μα τι taberna είναι η Taberna da Rua das Flores, η οποία έχει δυο χαρακτηριστικά. Το καταπληκτικό φαγητό αλλά και την περίφημη ουρά στο δρόμο, γιατί δεν έχουν σύστημα κρατήσεων. Οπότε ή πηγαίνεις νωρίς για να μπεις πρώτος ή ξεροσταλιάζεις απ’ έξω. Αν μπεις, θα ανταμειφθείς. Στο μικρό Restaurante o Magano κάνε κράτηση για να απολαύσεις αληθινή και χωρίς φιοριτούρες πορτογαλέζικη κουζίνα. Η μεγάλη πλάκα είναι να προσπαθείς να συνεννοηθείς μαζί τους στο τηλέφωνο. Καλή δύναμη και καλή επιτυχία. Για τους χοιρινολάτρες ανάμεσά μας, μην κρύβεστε, σας αγαπάμε, υπάρχει ένα μαγικό μέρος. Το Restaurante Pigmeu, που τιμά το χοιρινό και το κρασί με πάθος. Συνδυασμός φωτιά; Ναι. Θέλω να ξαναπάω; Ναι.
Δίπλα στο σπίτι μας ήταν η Taberna da Esperança. Μας γέμιζε ελπίδα κάθε φορά που περνούσαμε πεινασμένοι και μας τη στερούσε καθώς ήταν πάντα γεμάτο. Πλην της τελευταίας μέρας. Και όστρακα φάγαμε και μπακαλιάρο. Αν θέλετε μια πιο fun κατάσταση η Miss Can θα είναι εκεί για εσάς. Ευκαιρία να ανακαλύψετε και να ζήσετε εκείνη την αγαπημένη πλευρά της ντόπιας γαστρονομίας, που λέγεται κονσερβοποιημένο ψάρι. Οι Πορτογάλοι τα λατρεύουν, γιατί όχι κι εσείς. Το υπέροχο σκηνικό του μικρού χώρου, τα τραπεζάκια στο πεζοδρόμιο, το κρασί και τα wine cocktails θα βοηθήσουν σίγουρα. Αν πάλι θέλετε ένα …λίγο πιο σοβαρό χώρο, ας πούμε για ένα επαγγελματικό ραντεβού ή για να πάτε με τη μαμά σας, τότε το κατάλληλο είναι το Restaurante A Tasca da Esquina. Ψάρι, κρέας, όστρακα, βουτήξτε στο μενού χωρίς δισταγμό. Και αν θέλετε να ρομαντζάρετε απερίσπαστα με θέα όλη την πόλη, εδώ είμαι εγώ. Θα περάσετε στην Almada, στην απέναντι όχθη του ποταμού (με τα καλά σας ρούχα, ουχί κολυμπώντας) στο Ponto Final. Με κράτηση οπωσδήποτε. Αλλιώς θα χάσετε και το τραπέζι και το ηλιοβασίλεμα και τη ρομάντζα. Γιατί την ώρα που δύει ο ήλιος αυτό το μικρό ταβερνάκι με τραπεζάκια πάνω στο μώλο προσφέρει ένα σκηνικό παραμυθένιο.
Τέλος δε μπορεί παρά να γίνει αναφορά σε ένα μυθικό ψαράδικο της πόλης, τη Cervejaria Ramiro. Στην περίπτωση που στην παρέα σας έχετε κάποιον ανυπόμονο, πεινασμένο, που μισεί τις ουρές (γκουχ γκουχ, ναι, Μάκη, εσένα εννοώ) πηγαίνετε νωρίς, την ώρα που ανοίγει, αλλιώς ετοιμαστείτε για δύσκολη πίστα. Όταν φθάνεις, παίρνεις νούμερο και περιμένεις να αδειάσει τραπέζι για να καθίσεις. Ο κόσμος έχει συναίσθηση, τρώει και φεύγει αλλά τα τραπέζια είναι λίγα. Αν άξιζε την αναμονή και τη γκρίνια, με ρωτάτε; Oh.My.God. Ναι, ναι, ναι! Το ολόκληρο καβούρι, οι υπεργαρίδες carabineiro και ό,τι άλλο δείτε στον κατάλογο ή στο διπλανό τραπέζι να σας κλείνει το μάτι. Αν είσαι τολμηρός, δοκίμασε percebes. Δροσερό λευκό κρασί ή μπύρα και …απογείωση.
Εκείνο που σίγουρα πρέπει να επισκεφθεί ο λιχούδης της παρέας (εμείς είμαστε και οι δύο, οπότε πήγαμε τρεις φορές σε 4 μέρες) είναι η αγορά των ονείρων ή αλλιώς το Time Out Market. Η παλιά κεντρική αγορά της πόλης μετά από μια φανταστική ριζική ανακαίνιση το 2014 μεταμορφώθηκε σε σύγχρονο γαστρονομικό παράδεισο και απόλυτο προορισμό για καλοφαγάδες. Μπαίνεις μέσα και ξεχνάς να βγείς. Miguel Castro e Silva για Bacalhau a bras, Marisqueira Azul για θαλασσινά με jamon, Ground Burger για burgers, στο Tartar-ia για φοβερό ταρτάρ μόσχου και τόνου και μίνι στάση για να χωνέψετε στο Vida Portuguesa για απίστευτα δώρα και σουβενίρ.
Και τώρα γλυκά. Είναι γλυκατζήδες οι Πορτογάλοι. Ειδικά αν επισκεφθείτε την πόλη καλοκαιρινή περίοδο, τα παγωτά θα σας καλούν ως σειρήνες. Όποιο συναντήσετε στο διάβα σας από τα Santini, Amorino και Conchanata, θα δροσιστείτε με υπέροχες γεύσεις. Όμως η Λισαβόνα έχει άλλον έναν άσσο στο μανίκι της, που μπορεί να θεωρηθεί μπαλαντέρ. Πρωινό, επιδόρπιο, συνοδευτικό του καφέ στο χέρι, ‘θέλω κάτι να τσιμπήσω’, ‘μου έπεσε το ζάχαρο’. Απαντά σε όλες αυτές τις περιπτώσεις και σε κάποιες ακόμα. Λέγεται pastel de nata (ή pastéis de nata στον πληθυντικό, γιατί ποτέ δε φθάνει μόνο ένα) και είναι μια μικρή οχιπολυγλυκιά φωλιά σφολιάτας με κρέμα, σαν ταρτούλα. Κάναμε επιμελώς οριζόντια γευσιγνωσία για εσάς και καταλήξαμε ότι τα καλύτερα της πόλης -μιας και υπάρχουν παντού- θα τα βρείτε στο Alcoa, στο Manteigaria και στο Pastéis de Belem.
Ένα βράδυ φροντίστε να μην είστε κατάκοποι και νυσταλέοι. Επιβάλλεται να ακούσετε fados. Τα παραδοσιακά αυτά τραγούδια της Πορτογαλίας, που συχνά βασίζονται στον αυτοσχεδιασμό και στο πάθος του ερμηνευτή, μιλούν για το Saudade. Αμετάφραστο μονολεκτικά, είναι το συναίσθημα εκείνο της νοσταλγίας για κείνο που έχασες ή δε μπόρεσες ποτέ να έχεις. Μελοποιημένος ποιητικός λόγος για την ατελέσφορη αγάπη, τον πόνο και το θάνατο. Ακόμα και χωρίς να καταλάβετε έστω και μία λέξη, η εμπειρία είναι μοναδική. Εμείς επισκεφθήκαμε το Tasca do Chico και το Mesa de Frades. Αν είστε μόνο δυο, όπως εμείς, ετοιμαστείτε να καθίσετε με ξένους στο τραπέζι σας, να πιείτε, να ξενυχτήσετε και να νιώσετε.
Και ας αφήσουμε την κουλτούρα για να επιστρέψουμε στο κρασί. Ή ίσως όχι. Γιατί το κρασί στην Πορτογαλία είναι μέρος της κουλτούρας. Τι είπα πάλι;!
Άρα πρόσω ολοταχώς -ωσάν τους θαλασσοπόρους- για την εξερεύνηση νέων τόπων γυρεύοντας την απάντηση στην πιο καυτή ερώτηση. Ποια είναι τα καλύτερα wine bars της Λισαβόνας. Μη μου αγωνιάτε. Τα βρήκαμε.
Θα ξεκινούσα από την Comida Independente. Έναν υπέροχο casual χώρο με εξαιρετικές επιλογές κυρίως φυσικών κρασιών αλλά και με μια βιτρίνα delicatessen με τυριά και αλλαντικά αλλά και τερρίνες και τάρτες, που θα σας κλέψουν την καρδιά, ακόμα κι αν είστε χορτάτοι. Το πλατώ, που τσιμπήσαμε, ακριβώς γιατί δεν πεινούσαμε πολύ(!) ήταν υποδειγματικό και η κουβέντα που είχαμε με τους ιδιοκτήτες εδραίωσε την εντύπωσή μας για την εις βάθος γνώση και τη μεγάλη τρέλα τους για όλα τα προϊόντα, τα οποία έχουν ένα προς ένα επιλέξει.
Στο By the Wine μπορείτε να μπείτε για να χαζέψετε τη φοβερή αψιδωτή οροφή από τις γυάλινες φιάλες αλλά αν βρείτε θέση στη μεγάλη μπάρα, καθίστε για ένα ποτήρι κρασί. Εντυπωσιακό το πράσινο ταβάνι αλλά εντυπωσιακή και η λίστα κρασιών. Αντίστοιχα η Garrafeira Alfaia δε θα σας συναρπάσει οπτικά αλλά το σκηνικό του μαγαζιού θα σας κερδίσει, με την αίσθηση του χρόνου να περνά κινηματογραφικά, διαλέξτε ένα κρασί και συνοδέψτε το είτε με χταπόδι, είτε με μπακαλιάρο ή όστρακα ή λίγο jamon. Ποτέ κανείς δεν έφαγε λίγο jamon, ας μην κοροϊδευόμαστε. Τώρα, αν ο δρόμος σας φέρει στον κύριο Σταφύλι ή Senhor Uva, μην επηρεαστείτε από την χιουμοριστική διάθεση του ονόματος και προσπεράσετε αλλά αφεθείτε να εντυπωσιαστείτε από τη λίστα κρασιών απ’ όλο τον κόσμο και επιλέξτε το πλατώ τυριών και το πιάτο με το ζυμωτό ψωμί και τις ελιές οπωσδήποτε από το μικρό κατάλογο.
Οι instagrammers -ξέρετε ποιοι είστε- θα ενθουσιαστούν μόλις περάσουν την πόρτα του The Old Pharmacy Wine Inn, το οποίο είναι ακριβώς αυτό που λέει το όνομά του. Ένα παλιό φαρμακείο των αρχών του 20ου αιώνα, το οποίο μετατράπηκε σε ένα ατμοσφαιρικό wine bar, με τις εντυπωσιακές προθήκες γεμάτες κρασιά αντί για γυάλες και φάρμακα. Με μεγάλη αγάπη στα πορτογαλικά κρασιά και ιδίως στις περιοχές του Douro και του Alentejo, αφήστε το sommelier να σας κατευθύνει. Τυχερή ανακάλυψη την τελευταία μέρα (μετά το πρωινό και πριν το αεροδρόμιο) ήταν το Grapes & Bites. Μπορεί το όνομα να θυμίζει pub στο Φαληράκι αλλά μη φοβού. Όση σχέση έχει ο Σάββας Κωφίδης με τη μόδα, τόση έχει το συγκεκριμένο wine bar με μεθυσμένους Άγγλους το μεσημέρι στη Ρόδο. Ήμασταν μόνοι και γι’ αυτό είχαμε την αποκλειστική προσοχή του υπεύθυνου, ο οποίος είχε και χρόνο και διάθεση να μας ξεναγήσει στη λίστα του. Ευτυχώς που μπήκαμε. Τα δύο Alvarinho, που δοκιμάσαμε εκεί, ήταν το διαμάντι του στέμματος των λευκών κρασιών ολόκληρου του ταξιδιού μας. Αφήστε τον άνθρωπο να παίξει μπάλα. Είδατε που τελικά παντού κολλάει ο Σάββας;
Πήγαμε όμως και σε τρία Bars, ή μάλλον δύο, που συστήνουμε ανεπιφύλακτα. Τα τρία έγιναν δύο, γιατί δεν υπάρχει θεός, που θα επιτρέψει να χαρακτηριστεί μπαρ το A Ginjinha. Πρώτον είναι ανοικτό από το πρωί, δεύτερον σερβίρει μόνο ένα σφηνάκι λικέρ βύσσινο με βύσσινο, τρίτον αυτό το ένα σφηνάκι θα σου θυμίσει τη γιαγιά σου και τέταρτον η διαδικασία είναι μπαίνεις-βγαίνεις-πίνεις και συνεχίζεις τη βόλτα σου. Τα άλλα δύο όμως θα καλύψουν και τον πιο απαιτητικό πελάτη. Το Procópio με την Art Nouveau αισθητική του και το A Parodia με μια σαγηνευτική σκοτεινή αύρα μεσοπολέμου είναι ‘αδερφάκια’ σε διαφορετικά σημεία της πόλης και τα cocktails είναι ξεκάθαρα το ατού αυτής της ‘οικογένειας’. Εμείς παραγγείλαμε Negroni και Old Fashioned γιατί είμαστε πιο γραφικοί και από το ηλιοβασίλεμα στην Οία.
Εκδρομή
Προαιρετική, όπως λένε όλα τα πρακτορεία. Αν έχετε τέταρτη μέρα για τη Λισαβόνα, ανεβείτε στο αυτοκίνητο και ετοιμαστείτε για εκδρομή. Στην περίπτωση που αισθάνεστε ένα σπορτίβικο πνεύμα να σας κατακλύζει μπορείτε να μην ακολουθήσετε καθόλου το δικό μας πρόγραμμα και να αλλάξετε πορεία προς τη Fatima και τη Nazare. Θα δείτε πανέμορφες παραλίες, τα μεγαλύτερα κύματα του κόσμου (χωρίς υπερβολή!) και extreme surfing. Εμείς, που τέτοιο αίσθημα -σπορτίβικο ντε- είχαμε τελευταία φορά πριν 20 χρόνια, σχεδιάσαμε μια σούπερ γεμάτη μέρα, που αξίζει κάθε στάση.
Αρχικά κατευθυνθείτε προς τη Sintra, ένα όμορφο χωριό, που θα διασχίσετε για να φθάσετε νωρίς (όσο πιο νωρίς μπορείτε, είναι of utmost importance, που λένε και στο χωριό μου, για να αποφύγετε μια τρομακτική ουρά) στο Palácio da Pena, το πιο πολύχρωμο παλάτι που θα δείτε ποτέ. Σαν μια technicolor φαντασίωση, που φυσικά ενδείκνυται για απίστευτα φωτογραφικά κάδρα. Στη συνέχεια η Quinta da Regaleira σας καλεί. Άλλο ένα παλάτι με μαγικούς κήπους για βόλτα και φωτογραφίες. Με φημισμένους τους δυο αντεστραμμένους πύργους, οι οποίοι αντί να σε οδηγούν ψηλά προς τον ουρανό, είναι φτιαγμένοι με τις εντυπωσιακές σπιράλ σκάλες τους να σε οδηγούν βαθιά μες τη γη.
Φεύγοντας από τη Sintra πηγαίνεις στο Cabo da Roca, το δυτικότερο σημείο της ηπείρου μας και θαυμάζεις την απεραντοσύνη του ωκεανού από την άκρη του βράχου. Η βόλτα δε σταματά όμως εδώ. Γιατί αν δεν πατήσεις σε χρυσή αμμουδιά, βρέθηκες ποτέ αλήθεια στην Πορτογαλία; H Praia do Guincho είναι ακριβώς αυτό, μια ατελείωτη χρυσή αμμουδιά με μια λεπτομέρεια. Αν έχει αέρα, τα ωκεάνια ρεύματα είναι πολύ πονηρά και επικίνδυνα οπότε το κολύμπι απαγορεύεται ρητώς και δια ροπάλου. Κάποιες επαναστάτριες αγγλίδες τουρίστριες μετά από κατανάλωση αλκοόλ επέμεναν να βουτούν και αναγκαζόταν να τρέχει ο δύστυχος ναυαγοσώστης να τις βγάλει απ’ το νερό, όσο σθεναρά κι αν αντιστέκονταν.
Εμείς πήραμε τα παπούτσια μας στο χέρι, περπατήσαμε στην παραλία, φωτογραφηθήκαμε και ανεβήκαμε ήσυχα ήσυχα ακριβώς πάνω από την παραλία στο Bar do Guincho. Ήπιαμε τα ροζέ μας, φάγαμε μύδια, γαρίδες, πατάτες τηγανητές και τις ωραιότερες πιπερίτσες padron. Δεν ξέρω αν λογίζεται ως αδίκημα το γεγονός ότι σφαγίασα ένα σμήνος πιπεριές ολομόναχη -ίσως παρήγγειλα και δεύτερο, δε θα το παραδεχθώ ποτέ- όσο ο Μάκης αγνάντευε τη θέα κρατώντας σφιχτά ένα χωνάκι άψογες τραγανές πατάτες στο χέρι. Ευτυχώς ο ναυαγοσώστης ήταν αρκετά απασχολημένος με τις αγγλίδες ώστε να πάρει μυρωδιά τη γενοκτονία, που διατελέστηκε. Φεύγοντας εκμεταλλευθήκαμε την ευκαιρία και θέλοντας να ξεπλύνουμε τη ντροπή τις γαρίδες και τα μύδια, σταθήκαμε για καφέ και παγωτό στο Cascais, ένα πανέμορφο παραθαλάσσιο θέρετρο, πριν επιστρέψουμε στην πρωτεύουσα.
Η Λισαβόνα είναι μια πόλη αριστοκρατική και λαϊκή συνάμα. Τα στενάκια της σε μαγεύουν και οι λεωφόροι της σε εντυπωσιάζουν. Η θέα σε τόσα σημεία συναρπαστική. Τα χρώματα και τα αρώματα της πόλης είναι μεθυστικά. Θα ξαναβρεθώ σίγουρα. Είμαι μόλις τρία βήματα μακριά. Βήμα ένα: ανοίγεις ένα δροσερό vinho verde. Βήμα δεύτερο: ανοίγεις την αγαπημένη σου μηχανή αναζήτησης εισιτηρίων. Βήμα τρίτο: ανοίγεις το ημερολόγιό σου και βρίσκεις την κατάλληλη ημερομηνία. Κλικ.
Leave a comment