San Sebastian, αγάπη μου

Την πρώτη φορά, πριν 5 χρόνια, το ταξίδι ξεκινά στο Bordeaux και καταλήγει στο San Sebastian, τούτη τη φορά το ταξίδι ξεκίνησε στη Μαδρίτη, έφθασε στο San Sebastian και κατέληξε στη Ριόχα. Ό,τι αρχίζει ωραία, τελειώνει με πόνο. Έτσι έλεγε το νταλκαδιάρικο άσμα. Ισχύει όμως; Ή ακριβώς το αντίθετο; Τι δηλαδή; Ό,τι αρχίζει με πόνο, τελειώνει ωραία; Ή μήπως ό,τι αρχίζει ωραία, τελειώνει καλύτερα; Μάλλον αυτό το τελευταίο. Ουφ, μπερδεύτηκα. Όχι, λοιπόν, στο ταξίδι αυτό δεν πόνεσε/κακοποιήθηκε κανένας Μάκης. Ίσως λίγο τα πόδια μας από το περπάτημα. Και η ζυγαριά, όταν γυρίσαμε. Put the blame on the jamon.

Όμως μετά τη δεύτερη, πρόσφατη και σαφώς εξαιρετικά ενδελεχή επίσκεψη μπορώ σίγουρα να σας διαβεβαιώσω ότι η μικρή αυτή πόλη στη χώρα των Βάσκων, στο Βορρά της Ισπανίας, είναι το πιο όμορφο μπιζουδάκι στο στέμμα των προορισμών. Αν είχε και αεροδρόμιο, θα ήταν απλώς τέλεια. Γιατί τότε δε θα περίμενα πάλι πέντε χρόνια, την κατάλληλη ευκαιρία για να ξαναπάμε. Είναι το ιδανικό τριήμερο για τρελούς, όπως εμείς. Που θέλουν να περιδιαβούν, να απολαύσουν εικόνες, να μάθουν, να πάθουν και κυρίως να φάνε και να πιουν. Η μόνη ικανή περιγραφή για το San Sebastian -ή Donostia, όπως λένε οι ντόπιοι– είναι το απογειωτικά ατέρμονο bar hopping. Όχι αυτό που κάναμε ως εικοσάρηδες αλλά το σωστό, το πρόστυχο, το ενήλικο. Και θα επανέλθω γιατί αυτή είναι και η πάλλουσα καρδιά της πόλης.

Ας ξεκινήσουμε γρήγορα και αποτελεσματικά με τις απαραίτητες πληροφορίες. Μπορείτε άνετα να τριγυρίσετε την πόλη πεζή, τόσο την παλιά γειτονιά -ας την πούμε ιστορικό κέντρο- όσο και τη νέα πόλη. Λογικά θα φθάσετε με αυτοκίνητο είτε από το αεροδρόμιο του Bilbao ή του Bordeaux , οπότε βρείτε ένα υπόγειο χώρο στάθμευσης και ξεχάστε το εκεί, δε θα σας χρειαστεί. Η στάθμευση δεν είναι οικονομική αλλά είναι απαραίτητη καθώς στους δρόμους του ιστορικού κέντρου υπάρχει ανώτατο όριο παραμονής 3 ώρες στο ίδιο σημείο επί πληρωμή. Η πόλη είναι παραθαλάσσια και τόπος έλξης ολοχρονίς για τους surfers. Είστε τέτοιοι; Μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Οι δυο μεγάλες παραλίες είναι η La Concha και η Zurriola, ιδανικές για βόλτα ακόμα και το χειμώνα. Αν θέλεις να κατέβεις στην παραλία για περπάτημα ή για να δεις τη θάλασσα από κοντά, υπάρχουν σκάλες που σου το επιτρέπουν κατά μήκος ολόκληρου του παραλιακού μετώπου. Για τους μη τολμηρούς ή κρυουλιάρηδες, που δε θέλουν να βρέξει ο παγωμένος ωκεανός τα ποδαράκια τους υπάρχει τέλειο διπλόφαρδο πεζοδρόμιο κατά μήκος της ακροθαλασσιάς, ψηλά πάνω από την παραλία για να αγναντεύεις και να περιδιαβείς κατά μήκος το πανέμορφο τοπίο.

Δεν υπάρχουν μνημεία βαριάς ιστορικής σημασίας, που δεν πρέπει να χάσετε. Από τα τοπόσημα θα διαλέξω το Δημαρχείο και την πανέμορφη πλατεία του, το Palacio Miramar, δηλαδή τα θερινά ανάκτορα της βασιλικής οικογένειας, κυρίως για τη θέα και την παραθαλάσσια βόλτα από την παλιά γειτονιά για να φθάσεις εκεί, το ενυδρείο -ιδίως αν έχετε παιδάκια ή αγαπούσατε τον Κουστώ ως παιδιά εσείς οι ίδιοι, οι δύο υπέροχοι καθεδρικοί Catedral del Buen Pastor και Iglesia de San Vicente, η πανέμορφη περίκλειστη πλατεία Συντάγματος με τα μπαλκονάκια ή Plaza de la Constitucion, το μουσείο San Telmo, το παλιό ξύλινο τελεφερίκ (Funicular) που ανεβαίνει στην κορφή του Monte Igueldo για την καταπληκτική θέα όλης της πόλης και τέλος τα φημισμένα μεταλλικά γλυπτά του Eduardo Chillida τοποθετημένα εδώ και χρόνια στα θαλασσινά βράχια, εκεί που τελειώνει η πόλη και αρχίζει η θάλασσα. Αυτά ήταν όλα. Υποθέτω ότι δε θα σας ξεφύγει κάτι με καλό προγραμματισμό ανάμεσα στις στάσεις για φαγητό, γιατί -ας μη γελιόμαστε- γι’ αυτό ήρθαμε όλοι. Ή τουλάχιστον γι’ αυτό ήρθαμε εμείς και μάλιστα τούτη τη φορά με δυνατή παρέα, το Γιώργο και την Ελένη.

Δεν υπάρχει πρωινό, μεσημεριανό ή βραδινό στο San Sebastian. Δηλαδή υπάρχει αλλά οι όροι είναι λίγο συγκεχυμένοι. Ξεκινάς με κρουασάν με κρέμα και καφέ και περνάς αμέσως μετά σε jamon, ξεκινάς με pintxos με γαρίδες και καταλήγεις σε βάσκικο cheesecake και …τόσοι άλλοι πιθανοί και απίθανοι συνδυασμοί. Ων ουκ έστιν αριθμός. Και γιατί να μετράμε τις μπουκιές μας, παρακαλώ; Ούτως ή άλλως μεγάλες μπουκιές είναι τα pintxos ή tapas, όπως λέγονται στην υπόλοιπη Ισπανία εκτός Βασκονίας ή μεζέδες όπως λέμε στο χωριό μας.

Τα ζαχαροπλαστεία της παλιάς πόλης είναι όλα φημισμένα για την ποιότητα και την ποικιλία τους. Σίγουρα δε θα ξέρεις τι να διαλέξεις αλλά μην αμελήσεις τη δοκιμή. Βιτρίνες που ξεπερνούν τη φαντασία σου με λαχταριστές σφολιάτες και το μοσχοβολιστό βούτυρο (κρέμες;) να σου τρυπά τα ρουθούνια. Μην προσπεράσετε ελαφρά τη καρδία την Pasteleria Otaegui και στην Pasteleria Oiartzun, όπως και τον πιο μοντέρνο φούρνο/καφέ/ζαχαροπλαστείο του Rafa Gorrotxategi. Αυτή ήταν όλη η συνεισφορά μου στην εκπαίδευσή σας στα βάσκικα γλυκά, τα οποία αν και εξαιρετικής ποιότητας τα χρησιμοποιούσαμε ως εργαλεία και συγχρόνως πολύτιμα διαλείμματα ανάμεσα στις αντζούγιες, στα όστρακα και στους μπακαλιάρους.

Δε θα τολμήσω καν να σας προτείνω πού να φάτε, γιατί η πόλη ολόκληρη είναι μια ατελείωτη γαστρονομική πρόκληση. Η σώφρων απόφαση είναι -και θα επιμείνω σε αυτό- να κάνεις συνεχώς μικρά pit stop για τσίμπημα και όχι φαγητό. Το νόημα είναι σε αυτό το σουρεαλιστικό γαστρονομικό λούνα-παρκ να δοκιμάσεις όσα περισσότερα μπορείς και αντέχεις. Περπατάς, σταματάς, περπατάς, σταματάς και πάει λέγοντας. Εμείς δοκιμάσαμε πολλά, πάρα πολλά και θα τα μοιραστώ όλα, εκ των οποίων κάποια που φυσικά μας είχαν μείνει αξέχαστα από την πρώτη επίσκεψη και ανυπομονούσαμε να επιστρέψουμε.

Όπως σε οποιαδήποτε άλλη πόλη, στο κέντρο της ιδίως, υπάρχουν καταστήματα με ρούχα το ένα δίπλα στο άλλο ή καφετέριες όπως συνηθίζεται στην Αθήνα, εκεί έτσι είναι τα pintxos bars. Το ένα δίπλα στο άλλο. Κυριολεκτικά. Ορθάδικα. Αν λοιπόν έχεις μόνο τρεις μέρες όπως είχαμε εμείς, πρέπει να διαλέξεις στρατηγικά τους στόχους σου, αλλιώς θα αποχωρήσεις με φορείο αντί για αεροπλάνο. Από κάπου πρέπει να ξεκινήσεις ακόμα και στο μέρος που δεν έχει αρχή, μέση και τέλος. Όλα τα μαγαζιά προσφέρουν κρύα και ζεστή κουζίνα. Τα κρύα pintxos στέκουν έτοιμα, αγέρωχα και προκλητικά στις μπάρες και σου κλείνουν το μάτι. Εναλλάσσονται συνεχώς. Όμως μην αμελήσεις τους μαυροπίνακες που σου δείχνουν ποιες είναι οι ζεστές σπεσιαλιτέ της κάθε κουζίνας. Κάνε έξυπνους συνδυασμούς. Το πρωί ξεκίνα με κρύα pintxos, σαντουιτσοειδή με φοβερά ψωμιά και τορτίγιες, δηλαδή ομελέτες, και όσο περνά η ώρα να προσθέτεις και άλλες (κι άλλες, κι άλλες) ζεστές παρασκευές.

Στη νέα πόλη απολαύσαμε φοβερά σάντουιτς το φούρνο Ogi Berri. Μην υποτιμάτε καθόλου τους φούρνους της χώρας των Βάσκων καθώς το ψωμί είναι το βασικό σκεύος σερβιρίσματος του φαγητού και φροντίζουν το ψωμί να είναι καλό. Στη συνέχεια ενώ περπατούσαμε ψάχνοντας για καφέ, αναγκαστήκαμε να δοκιμάσουμε τορτίγια και γαρίδες με ζαρντινιέρα (ψιλοκομμένα λαχανικά, όχι τη γλάστρα) στο Bar Zabaleta, γαύρο και σαρδέλα σε ψωμάκι με φρέσκια σάλτσα ντομάτας και γεμιστές κόκκινες πιπεριές με θαλασσινά στο Bar Desy, τα πάντα όλα στο εμπνευσμένο Bar Bergara και για κλείσιμο στο Antonio Bar -για να μην παρεξηγηθούν, που πήγαμε σε όλους τους άλλους, καταλαβαίνετε- φάγαμε αστεράτα pintxos, όπως σουβλάκι χταπόδι, χτένια, μάγουλα μοσχαρίσια, ραβιόλι με γαρίδες. Και ήταν ακόμα μέρα μεσημέρι… Στην παλιά πόλη μέσα σε δυο μέρες απολαύσαμε ό,τι βρήκαμε ανοιχτό, μιας και ανακαλύψαμε πως ο Νοέμβρης είναι συνήθως μήνας διακοπών για τους εστιάτορες. Ή απλώς έμαθαν ότι πηγαίνουμε και φοβήθηκαν. Ξέρω κι εγώ; Είμαστε εμείς απειλητικοί; Όχι, φυσικά. Μέχρι να μας δεις να τρώμε.

Συνεχίζοντας την εντατική περιήγηση στην παλιά γειτονιά, η μόνη μεγάλη απογοήτευση ήταν η κλειστή La Cuchara de San Telmo, όπου στο προηγούμενο ταξίδι μας κέρδισε με τα τηγανητά χοιρινά αυτιά και τους θηριώδεις πετροσωλήνες. Δυο πιάτα, που παραμένουν αλησμόνητα. Το περίμενα με λύσσα κι επειδή δεν το βρήκα, επιδόθηκα με εξίσου λυσσαλέα κομψότητα στην κατατρόπωση μικρών πιάτων, που ατυχώς βρέθηκαν μπροστά μου. Ετοιμαστείτε για ποσότητες jamon, foie gras, αντζούγιας και …baby χέλι, μια παραδοσιακή δική τους ντελικατέτσα. Ας ξεκινήσουμε χωρίς αλφαβητική ή σειρά προτίμησης με το Txepetxa ή τον παράδεισο του γαύρου, δηλαδή του φιλάθλου της αγαπημένης μας ομάδας και συγχρόνως του γνωστού χαριτωμένου ψαρακίου, ακολουθεί το Bar La Vina με το περίφημο καμένο βάσκικο τζιζκέικ, άγλυκο, τυρένιο και θεσπέσιο, μετά το Atari Gastroteka με το ασύλληπτο foie a la plancha με πουρέ μήλου και το αξέχαστο χταπόδι, το Martinez με το καλύτερο τηγανητό καλαμάρι και τη γεμιστή κόκκινη πιπεριά με καβούρι, το Sirimiri για λιωμένα μοσχαρίσια μάγουλα και ταρτάρ, το Ganbara για αγριομανίταρα, όστρακα ή τηγανητή καραβιδούλα, το La Cepa με το κορυφαίο jamon sandwich, λιγωτικό καλαμάκι με πανσέτα και φοβερό καλαμάκι με πιπεράκι παδρόν και λουκάνικο.

Ανάμεσα στα μπαράκια/πιατάκια, αξίζει μια στάση στο κομψό Café de La Concha για καφέ στην κορυφή ενός κουκλίστικου λευκού κτιρίου, το οποίο είναι χτισμένο πάνω στην άμμο. Αν θέλετε να φέρετε πίσω ενθύμια για εσάς ή τους φίλους σας, ξεχάστε τα μαγνητάκια και τις κούπες και μπείτε στο Elkano 1 για να αγοράσετε τυριά. Είμαι σίγουρη ότι δε θα μείνουν σε κάποιο ράφι αλλά με βεβαιότητα θα μείνουν στην καρδιά σας. Και αν είστε φανατικοί των φυσικών κρασιών, ανακαλύψαμε ένα σούπερ ανερχόμενο/χίπστερ wine bar, το Arenales με πρωτότυπες επιλογές φαγητού, μια πολύ μοντέρνα έκφραση σε πιάτα, μουσικές και κρασιά. Στο δρόμο, όπως περπατάτε μες την πόλη, θα δείτε και πολλά μικρά εστιατόρια όπως το Casa Urola, το Alameda, το Kokotxa και το Bodegon Alejandro, στο οποίο φάγαμε φανταστικά μάγουλα μπακαλιάρου με κοχύλια. Θα δείτε βεβαίως και παραδοσιακές tabernas. Αν είστε φανατικοί κρεατοφάγοι, μπείτε και κλείστε το μάτι λέγοντας τον κωδικό txuleta (προφέρεται τσουλέτα, για να μην πάτε και σας θεωρήσουν άσχετους επαρχιώτες). Αυτή είναι η μαγική λέξη για τη μπριζόλα. Ιδίως εκείνες οι μπριζόλες, που φάγαμε στο Casa Julián στην Tolosa, μισή ώρα έξω από το San Sebastian σε ένα μικρό, παλιό και ταπεινό εστιατόριο και κλαίγαμε ομαδικά από συγκίνηση. Με διαφορά το καλύτερο κρέας που φάγαμε ποτέ. Ποτέ. Βάζω εδώ μια άνω τελεία καθώς θα ακολουθήσει αφιέρωμα σε αυτή την ανακάλυψη. Διαμάντι.

Εκτός όμως από τα λατρεμένα pintxos bars, για τα οποία τώρα γουργουρίζει η κοιλίτσα μου, η πόλη και η ευρύτερη περιοχή διαθέτει και πολύ σοβαρά εστιατόρια. Για την ακρίβεια κάποια από τα πιο σοβαρά εστιατόρια του κόσμου με άπειρα αστέρια Michelin μαζεμένα σε μια τόσο συμπυκνωμένα γαστρονομική ζώνη. Τα αστέρια Michelin στην περιοχή είναι τόσα όσες οι αντζούγιες στα pintxάδικα ή όσοι οι γαύροι στον Πειραιά. Όπως το ανεπανάληπτο Mugaritz, μια εμπειρία ολκής, που είχαμε επισκεφθεί την προηγούμενη φορά για να γιορτάσουμε τα 40 μου, αλλά και το Arzak, το Akellare, το Berasategui, το Elkano, το Etxebarri. Τόσοι λόγοι για να επιστρέφουμε ξανά και ξανά.

Οι Βάσκοι είναι παθιασμένοι με το φαγητό, ίσως περισσότερο από το κρασί. Ξέρω, ξέρω, ακούγεται τρελό αλλά δεν είναι. Αυτό το ζεις και το κατανοείς ακόμα και σε τρεις μέρες. Δίνουν τεράστια βαρύτητα στην πρώτη ύλη. Είναι περήφανοι άνθρωποι, περήφανοι για το κομμάτι της γης που τους αναλογεί και τα προϊόντα που αυτή η γη και η θάλασσα τους προσφέρει. Παντού ακούς ένα mantra, το εξής. Η πρώτη ύλη είναι ντόπια, όλα έρχονται από την περιοχή μας, λαχανικά, φρούτα, κρέας, ψάρι, βότανα, μανιτάρια. Ας μη γελιόμαστε όμως. Το ισπανικό κρασί είναι πανταχού παρόν. Φυσικά συνδυάζουν κρασί και φαγητό με πάθος και ενθουσιασμό. Και οι μεγάλες ή μικρές σπουδαίες οινοπαραγωγικές ζώνες της χώρας προσφέρουν τις καλύτερες φιάλες τους με απίθανη σχέση ποιότητας-τιμής σερβιρισμένες στα εστιατόρια και στα μπαράκια για να ολοκληρώνεται η απόλαυση με τον ιδανικότερο τρόπο. Αξίζει να πιείτε ισπανικό κρασί, όσο βρίσκεστε στον τόπο του. Δοκιμάστε ιδίως εκείνα που δεν ξέρετε. Ακούστε τους ανθρώπους, μάθετε. Θα εκπλαγείτε.

Δεν ξέρω καν αν κατάφερα να σας μεταφέρω αυτό το μοναδικό κλίμα του απόλυτου θριάμβου της γαστρονομίας σε αυτό τον τόπο. Αυτός είναι λοιπόν ο παράδεισος του λιχούδη, δηλαδή ο δικός μου παράδεισος. Ακριβώς όπως τον φανταζόμουν πάντα. Τώρα μετά τη δεύτερη επίσκεψη, ξέρω ότι τα όνειρα γίνονται όντως πραγματικότητα. Όταν είσαι πολύ καλό παιδί. Ακούς Άη Βασίλη;

San Sebastian, αγάπη μου, έλα πάρε με από εδώ.